ΟΙ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ :

Σκοπός του Συλλόγου

Η φωτογραφία μου
Παράδοση είναι ...τo μελωδικό νανούρισμα της μάνας, οι θρύλοι του παππού ,τα κάλαντα, τα χελιδονίσματα, οι μαντινάδες,τα έθιμα ,οι χοροί και οι σκοποί που μας συντρόφευαν σε κάθε χαρά ,οι ενδυμασίες ,τα κεντήματα ,τα δίστιχα, τα παιχνίδια και όσα άλλα είναι μέρος της ζωής του τόπου μας. Κρατήστε περήφανα στις καρδιές σας ,αλώβητο αυτό το θησαυρό και παραδώστε τον στις επόμενες γενιές! Έτσι θα ακούμε τους παλμούς του τόπου μας ολοζώντανα και δεν θα σβήσει τίποτε στη χοάνη της παγκοσμιοποίησης! Η επίσημη ίδρυση του συλλόγου μας ως ανεξάρτητο σωματείο έγινε το 1998 με κύριο σκοπό και στόχο τη διατήρηση και τη διάδοση των χορών, των τραγουδιών και των παραδόσεων της Κέρκυρας και της υπόλοιπης Ελλάδας, καθώς επίσης και την προσέγγιση της νεολαίας απομακρύνοντάς την από τους κινδύνους της εποχής μας.

Η Άνοιξη στην αρχαία Ελλάδα και ο μύθος της Περσεφόνης

Σήμερα είναι επίσημα η πρώτη μέρα της Άνοιξης και η φύση αναγεννάτε, ωστόσο όπως συνέβαινε με τα περισσότερα φυσικά φαινόμενα, έτσι και τις αλλαγές των εποχών, οι Αρχαίοι Έλληνες τις απέδιδαν σε θεϊκή παρέμβαση.
Ένας από τους πιο όμορφους μύθους της Ελληνικής μυθολογίας, είναι η ιστορία της Περσεφόνης, κόρης της θεάς Δήμητρας και του Δία, την οποία ερωτεύτηκε ο θεός Πλούτωνας και την πήρε μαζί του στον Κάτω Κόσμο.
Σύμφωνα με τον μύθο, η Δήμητρα, η οποία ήταν η θεά της καρποφορίας και της γονιμότητας και υπεύθυνη για την καλή σοδειά και την άνθιση της φύσης είχε κάνει την όμορφη Περσεφόνη με το θεό Δία.
Όμως μία μέρα που η νεαρή μάζευε λουλούδια στο Νύσιον πεδίον, παρέα με την θεά Αθηνά, την Άρτεμη και τις Ωκεανίδες νύμφες, ξαφνικά άνοιξε η Γη και ξεπήδησε από μέσα ο Πλούτωνας με το σκοτεινό του άρμα και την άρπαξε, όμως κανείς δεν πρόλαβε να τη σώσει και τις κραυγές της δεν τις άκουσε κανείς, παρά μόνο η Εκάτη και ο Ήλιος.
Θλιμμένη η Δήμητρα που έχασε την κόρη της, μάρανε την πλάση, οι σοδειές δεν καρποφορούσαν πια και τα λουλούδια δεν άνθιζαν. Τότε ο Ήλιος την λυπήθηκε και της είπε ότι την έκλεψε ο Πλούτωνας κι έτσι η Δήμητρα πήγε να τη ζητήσει πίσω.
Όμως ούτε και ο Πλούτωνας ήθελε να χάσει την αγαπημένη του, κι έτσι κατέληξαν σε έναν διακανονισμό, η Περσεφόνη να είναι στη Γη 8 μήνες με την μητέρα της και 4 στον Κάτω Κόσμο μαζί του και μάλιστα για να το εξασφαλίσει αυτό, της έδωσε να φάει καρπό ροδιού για να ξαναγυρίσει.
Έτσι τους 4 μήνες που η Περσεφόνη, σύμφωνα με τον μύθο, βρισκόταν στον Κάτω Κόσμο, στη Γη η Δήμητρα ήταν δυστυχισμένη και πάγωνε την πλάση κι έτσι κυριαρχούσε ο χειμώνας, ενώ οι υπόλοιποι 8, ήταν μήνες ανθοφορίας γονιμότητας και καλοκαιρίας αφού η Δήμητρα είχε την κόρη της ξανά.
Τη φυσική θεωρία της βλάστησης και του αγροτικού κύκλου του μύθου, διατύπωσαν πρώτοι οι Στωϊκοί φιλόσοφοι, υποστηρίζοντας ότι η Περσεφόνη ταυτίζεται με τα δημητριακά και η απουσία της με τη φύλαξή τους στο υπέδαφος, ενώ η απαγωγή της είναι η αλληγορία του κύκλου της ευφορίας της φύσης: η κάθοδος της Κόρης στον Κάτω κόσμο κάθε φθινόπωρο ταυτίζεται με την απουσία των καρπών, οι οποίοι αναφύονται την άνοιξη με την άνοδό της.

Ο μύθος έχει επίσης αποκτήσει και ανθρωποκεντρικό συμβολισμό που σχετίζεται με τον γάμο και το θάνατο αλλά και με τον τραυματικό χωρισμό της μητέρας από την κόρη και την επανασύνδεσή τους.
Διαβάστε περισσότερα »"Η Άνοιξη στην αρχαία Ελλάδα και ο μύθος της Περσεφόνης"

Εαρινή ισημερία

Η Εαρινή ισημερία γίνεται περίπου στις 21 Μαρτίου, όταν το κέντρο του Ηλίου είναι κατακόρυφο προς τον γήινο ισημερινό, διασχίζοντας τους ουρανούς από Νότο προς Βορρά, ενώ η φθινοπωρινή ισημερία γίνεται περίπου στις 23 Σεπτεμβρίου όταν ο Ήλιος διασχίζει από Βορρά προς Νότο
Εαρινή Ισημερία
Κατά τους αρχαίους Έλληνες, αυτή είναι η ώρα επιστροφής της Περσεφόνης από τον Άδη στη Γη και τη μητέρα της, τη Δήμητρα. Αυτή είναι η αρχή της Άνοιξης. Στην αστρονομία, ισημερία ονομάζεται η μέρα κατά την οποία έχουμε χρονικά ίση μέρα και ίση νύχτα. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται στον αέναο «χορό» της Γης γύρω από τον εαυτό της και τον Ήλιο.
Επειδή ο άξονας περιστροφής της Γης δεν είναι κάθετος στο επίπεδο περιφοράς της, η διάρκεια τόσο της μέρας όσο και της νύχτας μεγαλώνει ή αντίθετα μικραίνει.
Ωστόσο, δύο φορές τον χρόνο, μία ως αρχή της Άνοιξης και μία ως αρχή του Φθινοπώρου, η Γη παίρνει τέτοια θέση που οι ακτίνες του Ήλιου πέφτουν κάθετα στον ισημερινό, εξισώνοντας ακριβώς τη μέρα και τη νύχτα.
Από το εαρινό ισημερινό σημείο και μετά, ο Ήλιος φαίνεται καθημερινά να σκαρφαλώνει όλο και πιο πάνω στο βόρειο ημισφαίριο του ουρανού. Οι μέρες μεγαλώνουν, οι νύχτες μικραίνουν, με αποτέλεσμα και ο καιρός να γίνεται όλο και πιο θερμός.
Όταν ο Ήλιος αγγίξει το βορειότερο σημείο τότε αρχίζει και πάλι να «βουτά» σιγά-σιγά προς τον ισημερινό. Και κάπως έτσι πραγματοποιείται ο ακούραστος κύκλος των τεσσάρων εποχών.
Η ημερομηνία της εαρινής ισημερίας δεν είναι σταθερή. Η πρώτη μέρα της άνοιξης καταγράφεται μεταξύ της 19ης Μαρτίου και της 21ης Μαρτίου. Η ημερολογιακή αυτή διαφορά οφείλεται σε δύο βασικούς λόγους.
Αρχικά, κάθε έτος δεν έχει ακριβώς τις ίδιες μέρες (π.χ. δίσεκτα έτη). Επιπλέον, η ελλειπτική τροχιά της Γης σε συνδυασμό με την βαρυτική έλξη των υπολοίπων πλανητών αλλάζουν διαρκώς τον προσανατολισμό μας απέναντι στον Ήλιο.
Αν και έχει διαμορφωθεί η κοινή πεποίθηση ότι παραδοσιακά η Άνοιξη αρχίζει στις 21 Μαρτίου, στην πραγματικότητα, όπως δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία, στη διάρκεια του 20ού αιώνα αυτό συνέβη μόνο στα 36 από τα συνολικά 100 έτη, κυρίως στις αρχές και τα μέσα του προηγούμενου αιώνα.
Στην Ευρώπη η τελευταία φορά που η άνοιξη μπήκε στις 21 Μαρτίου ήταν το 2007, ενώ η επόμενη θα αργήσει πολύ, αφού θα ξανασυμβεί το 2102.
Η εαρινή ισημερία είναι επίσης η αφετηρία μέτρησης για τον προσδιορισμό του εορτασμού της Ανάστασης του Χριστού από την θρησκεία μας.
Σύμφωνα με τον Κανόνα της Νίκαιας, εορτάζουμε την Ανάσταση την πρώτη Κυριακή μετά την πρώτη πανσέληνο από την εαρινή ισημερία. Η αιτία της ημερολογιακής διαφοράς μεταξύ του εορτασμού της Ανάστασης από Ρωμαιοκαθολικούς και Ορθοδόξους, ωστόσο, έχει ενδιαφέρον:
Η διαφορά του εορτασμού της μέγιστης εορτής της Ορθοδοξίας μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας δεν προήλθε από τον καθ’ημάς ορισμό τηςεαρινής ισημερίας βάση του παλαιού – Ιουλιανού ημερολογίου, όπως συμβαίνει ενίοτε, ούτε από τυχόν διαφορετικό τρόπο υπολογισμού του, αλλά από τον εσφαλμένο προσδιορισμό της εαρινής πανσελήνου δια του 19ετούς κύκλου του Μέτωνος ο οποίος στην εποχή μας παρουσιάζει συσσωρευμένο σφάλμα περίπου 5 ημερών.

Καλή Άνοιξη σε όλους τους Έλληνες!
Διαβάστε περισσότερα »"Εαρινή ισημερία"

Πήραν φως απ’ τα καντήλια κι άστραψαν τα καριοφίλια

Γράφει ο Δημήτρης Νατσιός
Δάσκαλος, Κιλκίς
«Πάμε να ιδούμεν τους παλιούς Έλληνες», να... ακούσουμε τους πολέμαρχους του ’21, μας έπνιξαν οι αναθυμιάσεις των τωρινών δημοπιθήκων. Διαβάζεις τα απομνημονεύματα και τις φυλλάδες για την Εθνεγερσία και νομίζεις ότι ανοίγεις ένα «μυρογιάλι», εκείνα τα μικρά φιαλίδια που περιέχουν αρώματα εξαίσια. Οσμή ευωδίας πνευματική αναδίδεται, παρ’ όλα τα πάθια και τους καημούς εκείνης της περιόδου. Έχω το συνήθειο, όταν συναντώ στα αναγνώσματά μου, λόγια και επεισόδια, που στέκεσαι και τα ξαναδιαβάζεις, που κρύβουν στα φυλλώματά τους πετράδια, να τα καταγράφω, για να μην λησμονηθούν. Σκοπός μου να τα μοιραστώ με τους μαθητές μου. Σ’ αυτές τις εξοπλιστικές ηλικίες, τα παιδιά δεν θέλουν περισπούδαστες αναλύσεις και κενόλογες φλυαρίες. Μαθαίνουν με το παράδειγμα, με το παραμύθι, με την αξία και την αρετή σαρκωμένες σε πρόσωπα. Παράδειγμα. Μάχη της Γράνας, 10 Αυγούστου του 1821. Βγήκαν οι πολιορκημένοι στην Τριπολιτσά Τούρκοι να χτυπήσουν τους Έλληνες. Ο Κολοκοτρώνης είχε διατάξει να ανοιχθεί τάφρος (γράνα) 700 μέτρων, βάθους ενός και πλάτους δύο μέτρων. Κάποια στιγμή οι Τούρκοι επιτίθενται στη γράνα και από τις δύο μεριές. Έπρεπε ο Γέρος του Μοριά να διατάξει τα παλληκάρια του να χωριστούν, να μοιραστούν τα καριοφίλια, να «χτυπούν» οι μισοί προς την μία πλευρά και οι άλλοι μισοί προς την άλλη. Ερωτώ τους μαθητές μου πώς το έκανε πάνω στην αντάρα της μάχης: Τους βασάνισα κανένα πεντάλεπτο και άκουσα απίθανες απαντήσεις. Τι είπε ο Κολοκοτρώνης και αμέσως χωρίστηκαν τα ντουφέκια; «Κώλο με κώλο ωρέ Έλληνες!». «Χαμός» στην τάξη, γέλια και θαυμασμός για την μεγαλοφυία του Γέρου.
«Ο Μιαούλης ήταν γνωστός για την παλληκαριά του και την αφοβία του εμπρός στον θάνατο. Μια φορά, στα νεανικά του χρόνια, ο Άγγλος ναύαρχος Νέλσων τον έπιασε να προσπαθεί να σπάσει με το καράβι του έναν αποκλεισμό του. Όταν τον έφεραν μπροστά του τον ρώτησε: – Αν ήσουν εσύ στην θέση μου τι θα μ’ έκανες; Θα σε κρεμούσα στο πιο ψηλό κατάρτι! του απάντησε ο Μιαούλης. Και ο Νέλσων κατάπληκτος από το θάρρος του τον άφησε ελεύθερο». (περ. «Γνώσεις», σελ. 66, 1958).
Πήγαινε στην κρεμάλα, τον αγωνιστή Θεόδωρο Γρίβα, ο Αλή πασάς. Ο Γρίβας όταν πλησίασε ο δήμιος κάλυψε το κεφάλι του με το ένδυμά του. Τον ρωτά το θηρίο των Ιωαννίνων: «Γιατί σκέπασες το κεφάλι σου; Φοβήθηκες τον θάνατο; Δεν ήξερες ότι αφού ακολούθησες την δουλειά του πατέρα σου αυτή θα ήταν η τύχη σου; Δεν φοβήθηκα τον θάνατο, απεκρίθη ο Θεόδωρος, τον φόβο τον άφησα στην κοιλιά της μάνας μου ούτε θα μείνω χωρίς εκδίκηση. Και πατέρα έχω και τέσσερις αδελφούς, μα ντρέπομαι τον κόσμο που θα ιδή να πεθάνω έτσι και από τα χέρια τέτοιων παλιανθρώπων (και έδειξε τους Γύφτους οίτινες μετήρχοντο το επάγγελμα του δημίου). Εζήτησα το θάνατο όπου έπρεπε, αλλ’ αυτός με αρνήθηκε. Και ο Αλής του χάρισε την ζωή». (Δ. Καμπούρογλου «Θ. Γρίβας», εκδ. «Βεργίνα», σελ. 18).

Στις 14 Φεβρουαρίου ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γράφει σε επιστολή του προς τον Αναστάσιο Λόντο τούτα τα αθάνατα λόγια: «Τον περισσότερο καιρό της ζωής μου πού τον επέρασα; Τον επέρασα σκοτώνοντας Τούρκους. Τον επέρασα εις τα σπήλαια και εις τα βουνά, τα καρτέρια των δρόμων οι λόγγοι και τα άγρια θηρία είναι μάρτυρες ότι δυσκόλως έφευγε Τούρκος από τα χέρια μου αν ζύγωνε καμμιά πενηνταριά οργιές». (Κάρπου Παπαδόπουλου, «Οδυσσεύς Ανδρούτσος και Γ.Βαρνακιώτης», εκδ. «Πρωτοψάλτης», σελ. 65).

Το 1859 μία Σουηδή, η Φρεντρίκα Μπρέμερ, επισκέπτεται τον Κανάρη στο σπίτι του για να εκφράσει τον θαυμασμό της στον «γηραιό άνδρα της ελευθερίας», όπως τον ονομάζει. Ο Κανάρης απάντησε ότι «ευχαριστεί τον Θεό που επέτρεψε σ’ ένα μικρό ναυτικό ενός ελληνικού νησιού, από τα πιό μικρά, να κάμη για την πατρίδα του κάτι που έκαμε τον απελευθερωτικό της αγώνα συμπαθή σε χώρες τόσος μακρινές». Ήταν αληθινά μία ωραία απάντηση, γράφει η Φρεντρίκα. Και όταν τον ρώτησε, αν αισθάνθηκε σε κάποια στιγμή της ζωής του φόβο, ο Κανάρης αποκρίθηκε: «Ένα τέτοιο πράγμα δεν μπαίνει ποτέ στο νου μας. Ο κίνδυνος μας διεγείρει. Το ντουφεκίδι και η μάχη μοιάζουν με μουσική». («Το Εικοσιένα, πανηγυρικοί λόγοι ακαδημαϊκών», λόγος Παν. Κανελλόπουλου, 1963, σελ. 658).
Ο Ηλίας Φλέσσας και ο Παναγιώτης Κεφάλας προτείνουν στον «μπουρλοτιέρη των ψυχών» Παπαφλέσσα, να αφήσει τους λόφους στο Μανιάκι και να ταμπουρωθεί ψηλότερα, στο βουνό, για να υπάρχει οδός διαφυγής. Απαντά: «Εγώ δεν ήρθα εδώ να μετρήσω το στρατό του Μπραϊμη, πόσος είναι, από τα ψηλώματα. Ήρθα να πολεμήσω. Ούτε τρελλάθηκε ο Μπραϊμης να χασομεράει εκεί που ελπίζει να κερδίσει νίκη, μα θα τραβήξει ίσα κατά την Τριπολιτσά, κι εγώ τότε θα μείνω να μαζεύω από πίσω τα καρφοπέταλά του. Αν όμως τον κρατήσω εδώ στο Μανιάκι, γλιτώνω τον Μωριά, γιατί θα τον κάμω να πισωγυρίσει όπως ο Δράμαλης, ειτεμή θα πληρώσει ακριβά το αίμα μου και θα συλλογιστή καλά ύστερα να μπη στην καρδιά του Μωριά. Καθίστε εδώ να πεθάνουμε σαν αρχαίοι Έλληνες». (Κ. Παπαδημητρίου, «Τελεταίες ώρες, τελευταία λόγια των Αγωνιστών του ‘21», σελ. 159).

Πριν οδηγήσουν το νεκρό σώμα του Μάρκου Μπότσαρη στο Μεσολόγγι στάθηκαν οι Σουλιώτες για λίγο στο μοναστήρι της Παναγίας της Προυσιώτισσας. Εκεί γιατροπορευόταν ο Καραϊσκάκης. Όταν το έμαθε σύρθηκε στην εκκλησιά, φίλησε τον νεκρό κλαίγοντας και είπε: «-Άμποτες, αδελφέ μου, Μάρκο, από τέτοιο θάνατο να πάω κι εγώ». Και όταν απομακρύνθηκε από το λείψανο, πρόσθεσε: «Μάνα δεν γέννησε στην Ελλάδα δεύτερο Μάρκο… Ούτε είδα ούτε θα ιδώ τέτοιον πολεμάρχη». («Τελευταίες ώρες», σελ. 132).

«Όταν αποφυλακίστηκε ο Νικηταράς ο Τουρκοφάγος (Καταγόταν η οικογένειά του από το Τουρκολέκα της Μεγαλόπολης γι’ αυτό τον αποκαλούσαν και Τουρκοπελέκα), το 1841, ήταν τόσο φτωχός που κατάντησε ζητιάνος στα σοκάκια του Πειραιά. Η αρμόδια αρχή, η οποία χορηγούσε θέσεις επαιτείας, τον επέτρεπε να επαιτεί, κοντά στην εκκλησία της Ευαγγελίστριας, κάθε Παρασκευή! Όταν αυτά έφτασαν στα αυτιά του πρέσβη της Γαλλίας, αυτός απεστάλη από την κυβέρνηση του, στο σημείο όπου ζητιάνευε ο μεγάλος οπλαρχηγός. Μόλις ο Νικηταράς αντελήφθη τον ξένο, μάζεψε αμέσως το απλωμένο χέρι του.

- Τι κάνετε στρατηγέ μου; ρώτησε ο ξένος.
- Απολαμβάνω ελεύθερη πατρίδα, απάντησε υπερήφανα ο ήρωας.
- Μα εδώ την απολαμβάνετε, καθισμένος στον δρόμο; Επέμενε ο ξένος.
- Η πατρίδα μού έχει χορηγήσει σύνταξη για να ζω καλά, αλλά έρχομαι εδώ για να παίρνω μια ιδέα πώς περνάει ο κόσμος, απάντησε περήφανα ο Νικηταράς.
- Ο ξένος κατάλαβε και διακριτικά, φεύγοντας ,άφησε να του πέσει ένα πουγκί με χρυσές λίρες. Ο σχεδόν τυφλός Νικηταράς άκουσε τον ήχο, έπιασε το πουγκί και φώναξε στον ξένο: «Σου έπεσε το πουγκί σου. Πάρε το μην το βρει κανένας και το χάσεις!». Στις 25 Σεπτεμβρίου του 1849, ο γενναίος και έντιμος ήρωας, πεθαίνει πάμφτωχος».

Και μια και σήμερα το ένδοξο τούτο αλωνάκι, η κατασυκοφαντημένη πατρίδα μας, είναι ζωσμένη από «τις αλώπεκες του σκότους» (Ε.Βούλγαρης) τους Φράγκους και το εξ ανατολών θηρίο, πάλιν μαίνεται, να κλείσω με το ηρωικότερο επεισόδιο του Αγώνα, την Έξοδο του Μεσσολογγίου, που μας διδάσκει πώς σώζονται τα έθνη. (Το κείμενο δημοσιεύτηκε πέρυσι στο θαυμάσιο περιοδικό «Χριστιανική Βιβλιογραφία», του πολυσέβαστου Στέλιου Λαγουρού. Είναι απόσπασμα από το βιβλίο του Ν. Βούλγαρη «Το Μεσσολόγγι των Ιδεών, ερμηνεία της απόφασης της εξόδου»).
«Ήταν πρωί, Σάββατο του Λαζάρου, 10 Απριλίου του 1826, όταν συγκροτήθηκε το νεκροδόξαστο εκείνο συμβούλιο αποφάσεως. Ήταν ένα συμβούλιο θανάτου. Οι καπεταναίοι είχαν αναλάβει να διερευνήσουν, με ανιχνευτές την ύπαρξη μυστικού δρόμου-διόδων για ακίνδυνο πέρασμα των Ελεύθερων Πολιορκημένων στην ελευθερία. Κανένας όμως δεν έφερε ελπιδοφόρα πληροφορία. Οι λόγχες και οι στενωποί φυλάγονταν άγρυπνα από τους πολιορκητές σε βάθος χώρου και τόπου. Γενική ήταν η κατήφεια και η σιωπηλή θλίψη. Την σιωπή της στιγμής έσπασε η βροντώδης και σταθερή έκρηξη του τρανοδύναμου αρχηγού της Φρουράς, του Θανάση Ραζη-Κότσικα.- Υπάρχει δρόμος ωρέ!

- Ποιος είναι, στρατηγέ, και δεν τον λες τόση ώρα; Διαμαρτυρήθηκαν όλοι οι παριστάμενοι.
- Είναι ο δρόμος του Θεού, φωνάζει».
Μόνο αν βαδίσουμε τον δρόμο του Θεού, θα αναστηθούμε ως λαός και ως κράτος…
Διαβάστε περισσότερα »"Πήραν φως απ’ τα καντήλια κι άστραψαν τα καριοφίλια"

25 Μαρτίου - Αγία Λαύρα: Μύθος ή αλήθεια;

Γράφει ο Γεώργιος Κεκαυμένος
Αντίβαρο, Ιούνιος 2007

Με αιχμή του δόρατος το γνωστό πλέον σε όλους βιβλίο Ιστορίας της... ΣΤ΄ Δημοτικού, διεξάγεται μια ολομέτωπη επίθεση της προοδευτικής ιστοριογραφίας ενάντια σε κάθε εθνικό «μύθο», δηλαδή ενάντια σε καθετί που θέλει την εκκλησία να έχει μια ουσιαστική συμβολή στην διάσωση της ελληνικότητας του γένους μας κατά τα τετρακόσια χρόνια της τουρκικής κατοχής, αλλά και στο ξέσπασμα της επανάστασης του 1821. Ένας από αυτούς τους μύθους, που υποτίθεται πως συντηρούνται μέχρι σήμερα κατεξοχήν από την εκκλησία, είναι και η ύψωση του λάβαρου της επανάστασης από τον Π.Π. Γερμανό στις 25 Μαρτίου 1821 στην Αγία Λαύρα. Αλλά ο κύριος μύθος είναι η ίδια η ημερομηνία της 25ης Μαρτίου, διότι κατ’ αυτούς η επανάσταση είχε ξεκινήσει κάποιες μέρες νωρίτερα, ενώ η 25η Μαρτίου επιλέχθηκε μετά από αρκετά χρόνια, μόνον και μόνον για να συνδεθεί η εκκλησία με την επανάσταση, παρ’ όλο που στην αρχή την είχε καταδικάσει και αφορίσει.

Ας δούμε όμως από κοντά τα δύο αυτά γεγονότα, ώστε να διαπιστώσουμε το αν και κατά πόσον είναι μύθοι, και σε κάθε περίπτωση ποιος είναι υπεύθυνος για την όποια παραχάραξη ή διαστρέβλωση που έχουν τυχόν υποστεί.

25η Μαρτίου

Κατά τους αποδομητές ιστορικούς, η 25η Μαρτίου επιλέχτηκε ως ημερομηνία για τον εορτασμό της Ελληνικής Επανάστασης μόλις «το 1838 […] χωρίς πάντως την ακρίβεια που επέβαλλε η ιστορική έρευνα και τα πραγματικά γεγονότα». Και αυτό γιατί «τα γεγονότα υπαγόρευαν την επιλογή είτε της 24 Φεβρουαρίου, με την εκδήλωση του κινήματος του Υψηλάντη, ή έστω της 23 Μαρτίου, όταν ξεσπά η επαναστατική δράση στην Πελοπόννησο». Και επειδή «η ισχύς του συμβολισμού επικράτησε των πορισμάτων της έρευνας», «σήμερα κανένας δεν πιστεύει πλέον ότι η Ελληνική Επανάσταση κηρύχθηκε όντως την 25η Μαρτίου 1821 ούτε ότι αυτό συνέβη στην Αγία Λαύρα». Και ποιος επέβαλλε τελικά την 25η Μαρτίου ως ημέρα για να γιορτάζεται η επανάσταση; Η εκκλησία, φυσικά, για να επιτευχθεί τελικά «η σύνδεση … της εθνικής επετείου με τη θρησκευτική εορτή και τους συμβολισμούς για το έθνος που συνεπαγόταν ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου»[1]. Έτσι, η 25η Μαρτίου είναι συνολικά ένας θρύλος που «σαφώς εφευρέθηκε εκ των υστέρων για να συνδεθεί η Επανάσταση με την υπόσχεση της Ελεύσεως του Σωτήρα κατά τον Ευαγγελισμό της Μαρίας και βέβαια για να συνδεθεί η Επανάσταση (που κατ’ αρχάς έγινε με δεδηλωμένη αντίρρηση της επίσημης Εκκλησίας) με την ευλογία της εκκλησιαστικής ηγεσίας»[2].

Με τα λόγια του Β. Κρεμμυδά: «Στις 25 Μαρτίου δε συνέβη τίποτε, απολύτως τίποτε. Εορτάζεται όμως την ημέρα εκείνη ο συμβολισμός της γέννησης (sic!) του Χριστού -ας εορτασθεί μαζί και ο συμβολισμός της γέννησης του ελληνικού κράτους, ο συνδυασμός των δύο κάτι θα αφήσει στη σκέψη. Τι είναι όλα αυτά; Τυχαία δεν είναι, ούτε αθώα, ούτε ουδέτερα. Είναι μέρος ενός τεράστιου μηχανισμού που εκφράζει ένα πλήθος από σχέσεις, με κυριότερη τη σχέση στο επίπεδο της εξουσίας -των εξουσιών καλύτερα, πολιτικών, οικονομικών, εκκλησιαστικών, και όλες συμπυκνώνονται σε μία, στην κρατική εξουσία. Μέσα απ' αυτήν εκφράζονται όλες οι άλλες»[3]. Φυσικά, πρώτο και καλύτερο γρανάζι του μηχανισμού αυτού είναι, «η Εκκλησία», που μαζί με όλες τις βαθιά συντηρητικές δυνάμεις «έχουν κατασκευάσει τις οχυρώσεις της εξουσίας τους με ιστορικά ψεύδη και γι’ αυτό η αλήθεια για το παρελθόν είναι ο εχθρός τους»[4]. Στην πραγματικότητα «η Επανάσταση άρχισε σε δύο ημερομηνίες. Στις 22 Φεβρουάριου, στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και στις 23 Μαρτίου στην Καλαμάτα. Όμως επειδή ήθελαν να συνδεθεί η εθνική εορτή με την Εκκλησία, προτίμησαν την 25η Μαρτίου που είναι και ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Αυτό είναι το γεγονός»[5].

Είναι όμως αυτό το γεγονός;


Απολύτως όχι. Η 25η Μαρτίου δεν ορίσθηκε ως ημερομηνία για την έναρξη της επανάστασης το 1838, για να εξυπηρετηθεί η εκκλησία και τα όποια ιδιοτελή συμφέροντά της, όπως ισχυρίζονται με τόση βεβαιότητα οι… ειδικοί, αλλά το 1820. Ναι. Η 25η Μαρτίου είχε οριστεί ως ημερομηνία για την έναρξη της επανάστασης ήδη από το 1820. Και όχι από κάποιον μεμονωμένο αγωνιστή ή αγωνιστές, ή γενικά από τους επαναστατημένους Έλληνες, αλλά από τον ίδιο τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Και θα το ήξεραν αυτό οι καλοί ιστορικοί μας, αν είχαν κάνει τον κόπο να διαβάσουν τα απομνημονεύματα των αγωνιστών του ’21, με πρώτα και καλύτερα αυτά του Κολοκοτρώνη[6], ή την Ιστορία του Τρικούπη[7], ή έστω την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους[8], αυτό το «έργο αναφοράς»[9], όπως οι ίδιοι ομολογούν ότι είναι, «το καμάρι μας»[10], όπως οι ίδιοι την χαρακτηρίζουν.

Και γιατί ο Αλέξανδρος Υψηλάντης επέλεξε αυτήν ειδικά την ημερομηνία για τον ξεσηκωμόν του γένους, και όχι οποιανδήποτε άλλη; Μα ακριβώς επειδή συνέπιπτε με την γιορτή του Ευαγγελισμού, στην οποία γιορτή ο Υψηλάντης και πάλι ήθελε τώρα να δώσει μια καινούργια συμβολική σημασία για το έθνος, «ως ευαγγελιζομένην την πολιτικήν λύτρωσιν του ελληνικού έθνους»[11].

Γι’ αυτό και ο Κολοκοτρώνης είχε πάρει ήδη από το 1820 γράμματα από τον Υψηλάντη, με τα οποία εκείνος τον πληροφορούσε ότι η ημέρα του ξεσηκωμού θα ήταν η 25η Μαρτίου, ώστε να είναι μέχρι τότε έτοιμος: «… εις τα ’20 με ήλθαν γράμματα από τον Υψηλάντη δια να είμαι έτοιμος, καθώς και όλοι οι εδικοί μας. 25 Μαρτίου ήτον η ημέρα της γενικής επαναστάσεως»[12]. Και από εκείνη την στιγμή μέχρι τον Μάρτη ο Κολοκοτρώνης, πιστός στον μεγάλο αρχηγό, πραγματικά μηνούσε σ’ όλον τον Μοριά «…την ημέραν του Ευαγγελισμού να είναι έτοιμοι, και κάθε επαρχία να κινηθή»[13].

Έτσι, η 25η Μαρτίου 1821 έγινε από τότε, για όλους τους ραγιάδες, η προσδιορισμένη ημέρα.

Γι’ αυτό και στην σύσκεψη της Βοστίτσας αυτή η ημερομηνία ανακοινώθηκε από τον Παπαφλέσσα ως η ημερομηνία για τον ξεσηκωμό[14], αυτή και στην σύσκεψη των οπλαρχηγών της Ρούμελης, στην Λευκάδα. Οι Ρουμελιώτες μάλιστα, σε αντίθεση με τον σκεπτικισμό των προκρίτων του Μοριά, την δέχτηκαν αμέσως και με μεγάλον ενθουσιασμό, ξεκινώντας ευθύς όλες τις απαραίτητες προετοιμασίες[15]. Έτσι, παρά το ότι στην Μολδοβλαχία είχε κηρυχθεί η επανάσταση από τον Υψηλάντη ήδη από τις 24 του Φλεβάρη, στον Μοριά και στην Ρούμελη ο Κολοκοτρώνης και όλοι οι άλλοι καπεταναίοι περίμεναν υπομονετικά να έρθει η «προσδιορισμένη» και γι’ αυτούς ημέρα, ώστε να «κινήσουν» και εκείνοι με την σειρά τους τον «ξεσηκωμόν»[16]. Τους πρόλαβαν όμως τα γεγονότα, και τελικά η επανάσταση ξεκίνησε δυο τρεις μέρες νωρίτερα από την «προσδορισμένην» και γεμάτη συμβολισμούς ημέρα.

Κοντολογής, η ημερομηνία της 25ης Μαρτίου όχι μόνον δεν ορίστηκε εκ των υστέρων, για να ικανοποιηθεί η εκκλησία, αλλά, αντίθετα, η 25η Μαρτίου ως ημερομηνία για την έναρξη της επανάστασης ορίσθηκε εκ των προτέρων, και συγκεκριμένα το 1820 από τον ίδιο τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Και αυτό είναι μια αλήθεια και μια πληροφορία που αναβλύζει αυθόρμητα από όλες τις ιστορικές πηγές για την επανάσταση, είτε είναι αυτές τα απομνημονεύματα των πρωταγωνιστών της, είτε η Ιστορία του Τρικούπη. Όταν λοιπόν οι αποδομητές ιστορικοί χαρακτηρίζουν την 25η Μαρτίου ως ύστερη «κατασκευή» και ως «μύθο», το μόνο που φανερώνουν είναι η παχυλή μα και απολύτως απαράδεκτη από μέρους τους άγνοια των πλέον βασικών πηγών για το 1821. Ξέχωρα από το απύθμενο θράσος τους, που πραγματικά σοκάρει...

Το γιατί η επανάσταση ξεκίνησε τελικά δυο τρεις μέρες «προ της προσδιορισθείσης ημέρας» είναι πράγματι ένα ζήτημα, το οποίο όμως δεν διέλαθε της ιστορικής επιστήμης ήδη από τον 19ο αι., η οποία και προέβη στις ανάλογες έρευνες και αναλύσεις[17].

Κατόπιν όλων αυτών, θα μπορούσε πολύ δίκαια να αναρωτηθεί κανείς: Γιατί άραγε οι προοδευτικοί ιστορικοί μας στο θέμα της έναρξης της επανάστασης επιδεικνύουν πραγματικά σχολαστικισμό μεσοπολεμικού Γυμνασιάρχου, λεπτολογώντας, μέχρι σημείου γελοιότητας θα έλεγα, για το πια ακριβώς ημέρα έπεσε η πρώτη τουφεκιά, κατακεραυνώνοντας μάλιστα με τον πιο οξύ και προσβλητικό τρόπο, ως επικίνδυνους και αντιδραστικούς μυθοπλόκους, όλους όσους τολμούν να γιορτάζουν την έναρξή της λίγες μέρες μετά από τότε που τελικά ξεκίνησε;

Είναι απλό. Διότι δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να συνδεθεί το ’21 άμεσα ή έμμεσα με την εκκλησία και το χριστιανικό αίσθημα των Ελλήνων. Γι’ αυτό και πρέπει όλοι οι Έλληνες να πειστούν και να χωνέψουν καλά πως η επανάστασή τους ήταν αποκλειστικό προϊόν και γνήσιο τέκνο του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, στο οποίο η εκκλησία όχι μόνον δεν είχε την παραμικρή συμβολή, αλλά ότι το πολέμησε κιόλας και το οποίο στο τέλος, με έναν εντελώς ανήθικο τρόπο, απλά το καπηλεύθηκε, δημιουργώντας όλους τους σχετικούς «μύθους».

Όμως, και ο Κολοκοτρώνης και οι υπόλοιποι αγωνιστές, που ζούσαν όλοι το 1838[18], δεν χρειάζονταν τα πορίσματα καμιάς έρευνας (!) για να γνωρίζουν, πολύ καλά μάλιστα, πως η επανάσταση στον Μοριά είχε αρχίσει δυο τρεις μέρες νωρίτερα από την 25η Μαρτίου[19]. Να πάρει η ευχή, αυτοί ήταν κι όχι άλλοι που ξεκίνησαν την επανάσταση και στις 21 και στις 22 και στις 23 του Μάρτη!

Όμως, και στην ψυχή και στην καρδιά τους, η επίσημη μέρα για τον γιορτασμό της επανάστασης δεν θα μπορούσε να ορισθεί παρά μόνον στην ημερομηνία εκείνην, την οποία είχε επιλέξει ο μεγάλος αρχηγός της ήδη από το 1820, και μάλιστα με τον ίδιον ακριβώς εθνικοθρησκευτικό συμβολισμό που εκείνος από τότετης είχε προσδώσει.

Αυτά βίωσαν ως άμεση προσωπική εμπειρία τους και αυτά κατέθεσαν ως αιώνια ιστορική μνήμη οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές του ’21, οι οποίοι ούτε λωτοφάγοι ήταν, ούτε και ευχείρωτα ανδρείκελα του κάθε φτηνού προπαγανδιστή. Γι’ αυτό και το 1838 πανηγύρισαν την καθιέρωση της 25ης Μαρτίου με τον πιο λαμπρό αλλά και με τον πιο συγκινητικό τρόπο[20].

Έτσι, για να κλείσουμε και με μια ποιητική υπέρβαση, μπορούμε χωρίς κανέναν δισταγμό ψυχής να πούμε πως ο πραγματικός συντάκτης του Β.Δ. του 1838 τελικά δεν ήταν άλλος παρά ο ίδιος ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, που είναι, θαρρείς, λες και τό ’γραψε με τα ίδια του τα χέρια…

Αγία Λαύρα

Στην Αγ. Λαύρα συγκεντρώθηκαν για σύσκεψη στις 14 Μαρτίου του 1821 εκείνοι οι πρόκριτοι του Μοριά που είχαν αποφύγει να πάνε στην Τριπολιτσά, όπου τους είχαν καλέσει οι Τούρκοι, ως απόδειξη για την πίστη τους και την υποταγή τους. Εκεί, έντρομοι και απελπισμένοι, συζητούσαν για το ποια θα έπρεπε να είναι η στάση τους απέναντι στην προγραμματισμένη για τις 25 Μαρτίου επανάσταση. Τότε, αφού ακούστηκαν διάφορες προτάσεις πανικού και απελπισίας, πρυτάνευσε τελικά η πρόταση του Φωτήλα για έγκριση της επικείμενης επανάστασης και συμμετοχή τους σ’ αυτήν. Αμέσως μετά την αποδοχή της πρότασης Φωτήλα διασκορπίσθηκαν[21].

Σ’ αυτήν την σύσκεψη της Αγ. Λαύρα συμμετείχε και ο Π.Π. Γερμανός, ο οποίος και ευλόγησε, σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες, στις 17 του Μάρτη, δηλαδή ανήμερα στο πανηγύρι του μοναστηριού, την έναρξη της επανάστασης με την τέλεση δοξολογίας και με την ορκωμοσία των αγωνιστών[22]. Ο Π.Π. Γερμανός λοιπόν βρέθηκε πραγματικά στην Αγ. Λαύρα, όχι όμως στις 25 Μαρτίου αλλά λίγες μέρες νωρίτερα, όποτε και ευλόγησε και τα ιερά όπλα και των επαναστατών.

Αυτή η συγκέντρωση των αγωνιστών στην Αγ. Λαύρα, λίγο αργότερα μετατοπίσθηκε χρονικά από τις 14 στις 25 Μαρτίου. Και αυτό έγινε μάλλον από καθαρή σύγχυση. Άλλωστε, το ότι ο Π.Π. Γερμανός στις 25 Μαρτίου δεν ήταν στην Αγ. Λαύρα το πληροφορούμαστε από τα ίδια τα απομνημονεύματά του, όπου δεν αναφέρει απολύτως τίποτε γι’ αυτό. Η Αγ. Λαύρα λοιπόν δεν είναι ούτε ένα ανύπαρκτο γεγονός, ούτε, πολύ περισσότερο, ένας μύθος τον οποίον δημιούργησε η εκκλησία, όπως με τόσο φανατισμό και πείσμα προσπαθούν να μας πείσουν οι προοδευτικοί ιστορικοί. Είναι απλώς μια χρονολογική σύγχυση λίγων ημερών, για την δημιουργία της οποίας ούτε ο Π.Π. Γερμανός ούτε κάποιος άλλος κληρικός έχει την παραμικρή ευθύνη.

Άλλωστε, το ξαναλέμε εδώ και πάλι, η εκκλησία δεν είχε κανέναν λόγο ούτε και καμιά ανάγκη να φτιάξει πάνω στην ημερομηνία της 25ης Μαρτίου οποιονδήποτε μύθο, γιατί αυτή ήταν μια ημερομηνία που δεν την επέλεξε ούτε την «έπλασε» η ίδια η εκκλησία, αλλά την είχε καθορίσει από το 1820 ο ίδιος ο Υψηλάντης.

Ποιος όμως μίλησε πρώτος για την κήρυξη της επανάστασης στην Αγ. Λαύρα στις 25 Μαρτίου, δημιουργώντας έτσι και διαδίδοντας τον σχετικό «μύθο»; Κάποιος παπάς, κάποιος δεσπότης; Καθόλου. Ένας λαμπρός Ευρωπαίος, ο Γάλλος Πουκεβίλ, στην Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως που εξέδωσε το 1824.

Όταν λοιπόν ο κ. Κρεμμυδάς και όσοι τον ακολουθούν, εξακολουθούν να θεωρούν πως «προκειμένου να συνδεθεί η Εκκλησία με το Έθνος κατασκευάστηκε ένας από τους πιο ανθεκτικούς ιστορικούς μύθους»[23], στολίζοντας μάλιστα γι’ αυτό την εκκλησία με έναν σωρό χαρακτηρισμούς, τους οποίους αναφέραμε παραπάνω, είναι απολύτως βέβαιον πως δεν ακολουθούν ούτε κατ’ ελάχιστον την «επιστημονική έρευνα», την «νηφάλια επιστημονική διαπραγμάτευση» και την «αυστηρή ιστορική μέθοδο», στην οποίαν ευκαίρως - ακαίρως ομνύουν[24]. Αντίθετα, διασπείρουν ένα ιστορικό ψεύδος[25], διαπλάθουν έναν προοδευτικό αντι-μύθο, με μια προπέτεια και μια επιθετικότητα που είναι βέβαια απαράδεκτη για κάθε ψύχραιμο και αντικειμενικό άνθρωπο. Και επειδή έχει παραγίνει το κακό με τον μύθο για τους «μύθους» της εκκλησίας σχετικά με το ’21, κάποιοι αποδομητές ιστορικοί προσπαθούν τώρα να είναι όσο πιο προσεχτικοί μπορούν. Έτσι, ο Σ. Παπαγεωργίου περιγράφει με ιδιαίτερη ακρίβεια την προέλευση του «μύθου» της Αγ. Λαύρας αποκλειστικά και μόνον από την πέννα του Πουκεβίλ[26]. Στο τέλος βέβαια δεν παραλείπει να παρατηρήσει πως αν και υπεύθυνος για την δημιουργία του «μύθου» (δηλαδή της συγκεκριμένης ιστορικής σύγχυσης) είναι ο Πουκεβίλ, η εκκλησία βολεύτηκε πολύ μ’ αυτόν, αφού η ημερομηνία αυτή είναι ο μοναδικός συνδετικός αρμός της με την επανάσταση, μιας και η 25η Μαρτίου είναι η γιορτή του Ευαγγελισμού[27].

Το ότι ο κ. Παπαγεωργίου ανακάλυψε τον Πουκεβίλ λίγο δεν είναι. Τόσο που έκαμε, μεγάλη δόξα. Άλλωστε, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε πως καθηγητές της περιωπής ενός Κρεμμυδά τον Πουκεβίλ τον αγνοούν πλήρως! Αυτό μας κάνει να ελπίζουμε πως κάποια μέρα ο κ. Παπαγεωργίου θα ανακαλύψει ΚΑΙ τα απομνημονεύματα του αγωνιστών ΚΑΙ την Ιστορία του Τρικούπη αλλά Κ Α Ι την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους! Για να μάθει και αυτός, τέλος πάντων, ποιος «παπάς» όρισε την 25η Μαρτίου να είναι το ξεκίνημα της επανάστασης, ακριβώς για να συνδεθεί άμεσα, άρρηκτα και μια για πάντα ο εθνικός με τον χριστιανικό ευαγγελισμό...

Απόλυτα ακριβές είναι και το γεγονός πως ο Π.Π. Γερμανός ευλόγησε τα όπλα της επανάστασης. Και αν δεν τα ευλόγησε στις 25 του Μάρτη στην Αγ. Λαύρα, τα ευλόγησε στις 23 του Μάρτη[28] στην Πάτρα, την πρώτη – πρώτη μέρα της επανάστασης (όπως την θέλουν άλλωστε και οι προοδευτικοί ιστορικοί), όπου όρκισε τους πατρινούς επαναστάτες στην πλατεία του Αγ. Γεωργίου, στον σταυρό τον οποίον ύψωσε εκεί[29].

Με αφορμή το παραπάνω γεγονός, μπορούμε εδώ ευρύτερα να παρατηρήσουμε πως η παρουσία του κλήρου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την επανάσταση από την πρώτη ημέρα που αυτή ξέσπασε, και αυτό είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση. Έτσι, την ίδια μέρα που ο Π.Π. Γερμανός ευλογούσε τα όπλα στην Πάτρα, στην Καλαμάτα 24 ιερείς και ιερομόναχοι μπροστά στον ναό των Αγ. Αποστόλων ευλόγησαν, ύστερα από μια συγκινητική δοξολογία, τις ελληνικές σημαίες και όρκισαν τους αγωνιστές[30]. Το ίδιο έγινε και στην Ρούμελη από τον επίσκοπο Σαλώνων Ησαΐα. Επίσης, ο Έλους Άνθιμος, αυτή η ηρωική και τόσο άδικα ξεχασμένη μορφή του αγώνα, δεν έχανε την ευκαιρία να ευλογεί τα όπλα σε όποια περιοχή κι αν πήγαινε.

Το πιο εκπληκτικό όμως δεν είναι πως η Εκκλησία ευλόγησε την έναρξη της επανάστασης στον ελλαδικό χώρο, αλλά ότι πιο πριν είχε ήδη ευλογήσει την έναρξη της επανάστασης από τον Υψηλάντη στην Μολδοβλαχία! (Αυτή κι αν δεν είναι η πρώτη – πρώτη μέρα της επανάστασης!) Πιο συγκεκριμένα, στις 26 Φεβρουαρίου 1821, σε μια μεγαλόπρεπη τελετή, ο μητροπολίτης Ιασίου Βενιαμίν ευλόγησε μέσα στον ναό των Τριών Ιεραρχών την σημαία της επανάστασης και περίζωσε τον Υψηλάντη με το ξίφος του, υπό τον ξέφρενο ενθουσιασμό των στρατιωτών και του πλήθους[31]. Ένα εκπληκτικό γεγονός, που έχει όμως αποκρυβεί εντελώς όχι μόνον από τα ιστορικά μας συγγράμματα, αλλά ακόμη και από τα σχολικά μας βιβλία. Ειδικά αυτή η τελετή του Ιασίου αποδεικνύει περίτρανα πως όχι μόνον δεν είναι μύθος το ότι η εκκλησία ευλόγησε τα λάβαρα και τα όπλα του αγώνα, αλλά ότι η όντως αλήθεια είναι πως τα ευλόγησε από την πρώτη κιόλας μέρα της έναρξής του!

Από όσα αναφέραμε πιο πάνω, μπορούμε εντέλει να πούμε πως μάλλον αδικημένος είναι ο κλήρος από τις αναφορές της ιστορικής επιστήμης, αλλά ακόμη και των σχολικών βιβλίων, ως προς την συμβολή του στην έναρξη της επανάστασης, παρά ευνοημένος…

[1] . Χ. Κουλούρη, Μύθοι και Σύμβολα μιας Εθνικής Επετείου, Κομοτηνή 1995.

[2] . Κ. Γεωργουσόπουλος, «Ιστορία και Θρύλος», εφ. Τα ΝΕΑ, 17-3-2007.

[3] . Β. Κρεμμυδά, «Η εθνική γιορτή στο σχολείο», εφ. Η ΕΠΟΧΗ, 31-10-2004.

[4] . Β. Κρεμμυδά, «Η Σύγκρουση για την Ιστορία. Ο Ιστορικός στη Χλεύη του «Λαού», εφ. Τα ΝΕΑ, 26-04-2007. βλ. και του ιδίου, «H Eκκλησία στο Eικοσιένα Mύθοι και Ιδεολογήματα», εφ. Τα ΝΕΑ, 22-03-2005.

[5] . Β. Κρεμμυδάς, «Δεν χωράνε 5 αιώνες ιστορίας σε 130 σελίδες», στο άρθρο – αφιέρωμα «Ιστορία μου, αμαρτία μου ...λάθος μου μεγάλο», εφ. ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, 24-3-2007. Του ιδίου, «H Eκκλησία στο Eικοσιένα Mύθοι και ιδεολογήματα», εφ. ΤΑ ΝΕΑ, 22-03-2005.

[6] . Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις Συμβάντων της Ελληνικής Φυλής από τα 1770 έως τα 1836, υπαγόρευσε Θεόδωρος Κωνσταντίνου Κολοκοτρώνης, Αθήνησιν 1846, σσ. 47-48. Φωτάκου, Πρώτου Υπασπιστού του Θ. Κολοκοτρώνη, Απομνημονεύματα, Αγροτικές Συνεταιριστικές Εκδόσεις, Θεσσαλονίκη 1977, τ. 1, σσ. 42 (κεφ. Α΄), 56 (κεφ. Β΄). Ν. Σπηλιάδου, Απομνημονεύματα, τ. 1, Αθήνησιν 1851, σσ. 31, 61.

[7] . Σ. Τρικούπη, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. 1, εν Λονδίνω 18602, σ. 23· εν Αθήναις 18883, σ. 19. Για την Ιστορία του Σ. Τρικούπη η κ. Κουλούρη επιφυλάσσει, και δικαίως, ιδιαίτερα θερμά λόγια: «Έργο Μετρημένο, χωρίς Στόμφο. H Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως του Σπυρίδωνος Τρικούπη», εφ. Το ΒΗΜΑ, 9-04-2006. Καιρός όμως είναι να καταλάβουμε κάποτε πως τα μετρημένα έργα καλόν είναι να τα διαβάζουμε κιόλας που και που, και όχι μόνον να τα εκθειάζουμε...

[8] . ΙΕΕ, τ. ΙΒ΄, σ. 77.

[9] . Χ. Κουλούρη, «Μύθοι και Αλήθειες για το ’21», εφ. Το ΒΗΜΑ, 25-3-2007. Συγκεκριμένα η κ. Κουλούρη θεωρεί πως η ΙΕΕ είναι ένα έργο αναφοράς, διότι διαψεύδει τους μύθους σχετικά με τον ρόλο της εκκλησίας και επιμένει στην αυστηρή ιστορική μέθοδο.

[10] . Χαρακτηρισμός που απέδωσε στην ΙΕΕ ο καθηγητής Γιάννης Γιαννουλόπουλος σε τηλεοπτική εμφάνισή του.

[11] . Σ. Τρικούπη, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. 1, εν Λονδίνω 18602, σ. 23· εν Αθήναις 18883, σ. 19.

[12] . Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις Συμβάντων της Ελληνικής Φυλής από τα 1770 έως τα 1836, υπαγόρευσε Θεόδωρος Κωνσταντίνου Κολοκοτρώνης, Αθήνησιν 1846, σσ. 47-48.

[13] . Θ. Κολοκοτρώνη, όπ παρ. σ. 50. Βλ. και Σ. Τρικούπη, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. 1, εν Λονδίνω 18602, σ. 51· εν Αθήναις 18883, σ. 41.

[14] . Φωτάκου, όπ. παρ. σ. 42 (κεφ. Α΄).

[15] . ΙΕΕ, τ. ΙΒ΄, σ. 79.

[16] . Φωτάκου, όπ. παρ. σ. 56 (κεφ. Β΄).

[17] . Το ζήτημα αυτό απασχόλησε ιδιαίτερα τον Σ. Τρικούπη, ο οποίος στην Ιστορία του το διερεύνησε καθ’ όλη του την έκταση, δίνοντας εκεί όλες τις απαραίτητες εξηγήσεις και διευκρινίσεις: Σ. Τρικούπη, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. 1, εν Λονδίνω 18602, σ. 25 κ. εξ.· εν Αθήναις 18883, σ. 21 κ. εξ.

Όμως, την πλέον απλή και πειστική συνάμα εξήγηση γι’ αυτό ακριβώς το θέμα δίνει ο πρώτος υπασπιστής του Κολοκοτρώνη, ο Φωτάκος, ο οποίος γράφει χαρακτηριστικά στο έργο του Βίοι Πελοποννησίων Ανδρών, εν Αθήναις 1888 (στην βιογραφία του Α. Αλεξανδρόπουλου):

« …οι έξωθεν ερχόμενοι Έλληνες από την Ρωσσίαν, την Κωνσταντινούπολιν και αλλαχόθεν, αυτοί διέδωσαν το σύνθημα, ότι εις τας 25 Μαρτίου θα γείνη αφεύκτως η επανάστασις. Ο δε Φλέσας τότε έχυσε περισσοτέραν καυστικήν ύλην εις ταύτας τας επαρχίας, δια να κόψη μίαν ώραν προτήτερα τας συναθροίσεις και τας ελπίδας τας μακρυνάς των προκρίτων και των αρχιερέων, οίτινες μάλιστα εβιάσθησαν και άρχισαν τα κτυπήματα κατά των Τούρκων προ της 25 Μαρτίου. Μάλιστα δε ο Ν. Χριστοδούλου ο Σολιώτης και προ τούτου άλλοι Έλληνες αλλού όπως ευρέθησαν έκαμον αρχήν να σκοτώνουν Τούρκους, χωρίς να ζητήσουν περί τούτου άδειαν, διότι όλοι οι Έλληνες είχον μεθύσει από το αίσθημα της ελευθερίας και του εθνισμού, και επειδή δεν είχον άλλον ανώτερον, ειμή μόνον τον Θεόν και το αισθημα, δεν εσυλλογίσθησαν πλέον να έχουν μεσίτας μεταξύ αυτών και του δεσπότου της δουλείας των, αφου μάλιστα απεφάσισαν να τον σκοτώσουν.»: σσ. 19-20.

Είναι μάλιστα άκρως ενδιαφέρον πως ο Φωτάκος αναφέρει ονομαστικά εκείνους τους Πελοποννήσιους οπλαρχηγούς που, είτε από φόβο μην μάθουν την ημερομηνία οι Τούρκοι «και πνίξουν την επανάστασιν», είτε από ακράτητο ενθουσιασμό, άρχισαν την επανάσταση πριν την καθορισμένη ημερομηνία. Αυτοί (με την σειρά που αναφέρονται) ήταν οι Ν. Χριστοδούλου ή Σολιώτης, Γ. Δανόπουλος, Α. Ασημακόπουλος και ο Γ. Λαμπρόπουλος.

Όμως, σε αντίθεση με τους παραπάνω, άλλοι οπλαρχηγοί, όπως ο Α. Κολοκοτρώνης, ο Τ. Χρηστόπουλος αλλά και οι Σπετσιώτες (η σχετική αναφορά στην βιογραφία του Α. Μπόνια), περίμεναν υπομονετικά να έρθει η «ωρισμένη ημέρα», δηλαδή η 25η Μαρτίου, για να ξεκινήσουν την επαναστατική τους δράση.

[18] . Όσοι βέβαια δεν είχαν πέσει στον αγώνα.

[19] . Βλ. σχ. Θ. Κολοκοτρώνη, όπ. παρ. σ. 51· Φωτάκου, όπ. παρ. σσ. 56-57 (κεφ. Β΄). Ν. Σπηλιάδου, όπ. παρ. σσ. 62-64· Σ. Τρικούπη, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. 1, εν Λονδίνω 18602, σ. 58 κ. εξ.

[20] . Για το πώς πανηγύρισαν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές του τον πρώτο επίσημο γιορτασμό του ’21, και για το πώς περιγράφουν τους πανηγυρισμούς αυτούς οι ξένοι αυτόπτες μάρτυρες όλων των σχετικών εκδηλώσεων βλ. το άρθρο «Στις 25 Μαρτίου του 1838 η «πρεμιέρα» της Εθνικής Γιορτής», εφ. Καθημερινή 24/25-3-2007. Περιμένουμε πραγματικά με ιδιαίτερο ενδιαφέρον το σπουδαίο έργο που ετοιμάζεται να εκδώσει ο καθηγητής Ενεπεκίδης, στο οποίο θα έχει συγκεντρωμένες όλες τις σχετικές με το γεγονός αυτό περιγραφές και αφηγήσεις.

[21] . Φωτάκου, όπ. παρ. σσ. 45-46 (κεφ. Α΄).

[22] . ΙΕΕ, τ. ΙΒ΄, σ. 82.

[23] . Β. Κρεμμυδά, «H Eκκλησία στο Eικοσιένα. Mύθοι και ιδεολογήματα», εφ. Τα ΝΕΑ, 22-3-2005.

[24] . Β. Κρεμμυδά, «Η σύγκρουση για την Ιστορία. Ο ιστορικός στη χλεύη του «λαού», εφ. Τα ΝΕΑ, 26-04-2007· Χ. Κουλούρη, «Μύθοι και Αλήθειες για το ’21», εφ. Το ΒΗΜΑ, 25-3-2007.

[25] . Τα όσα λέει ο κ. Κρεμμυδάς για τον πρωτοσύγκελο και το έγγραφο του σχετικά με την Αγ. Λαύρα, για να «αποδείξει» τον ισχυρισμό του ότι οι ιστορικοί μύθοι κατασκευάστηκαν από την εκκλησία, μόνο σαν καλαμπούρι μπορούν να εκληφθούν. Επιπλέον, δεν τιμά τον σεβαστό καθηγητή το γεγονός ότι αγνοεί ή αποκρύπτει (το ίδιο είναι) τον ρόλο του Πουκεβίλ στην δημιουργία της συγκεκριμένης ιστορικής παρεξήγησης.

[26] . Σ. Παπαγεωργίου, Από το Γένος στο Έθνος. Η Θεμελίωση του Ελληνικού Κράτους, 1821-1864, Αθήνα 2004, σ. 111.

[27] . Σ. Παπαγεωργίου, όπ. παρ. σ. 112.

[28] . Και όχι στις 26 του Μάρτη, όπως το θέλει ο κ. Κρεμμυδάς στο «Δεν χωράνε 5 αιώνες ιστορίας σε 130 σελίδες», στο άρθρο – αφιέρωμα «Ιστορία μου, αμαρτία μου... λάθος μου μεγάλο», εφ. ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, 24-3-2007.

[29] . Σ. Τρικούπη, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. 1, εν Λονδίνω 18602, σ. 62· εν Αθήναις 18883, σ. 50.

[30] . ΙΕΕ, τ. ΙΒ΄, σ. 90.

[31] . Σ. Τρικούπη, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. 1, εν Λονδίνω 18602, σσ. 40-41· εν Αθήναις 18883, σσ. 32-33. ΙΕΕ, τ. ΙΒ΄, σ. 25.
Διαβάστε περισσότερα »"25 Μαρτίου - Αγία Λαύρα: Μύθος ή αλήθεια;"

Δείτε πόσες πληροφορίες "κρύβει" το επώνυμό σας

«Τα περισσότερα Ελληνικά επώνυμα προέρχονται συνήθως είτε από τοπωνύμια- όπως Μανιάτης από τη Μάνη, Μωραΐτης από το Μοριά- είτε από διάφορα παρατσούκλια τα οποία ενέπνεαν στους ανθρώπους».
Αυτό αναφέρει η κα. Φούλα Πισπιρίγκου,  φιλόλογος, και προσθέτει πως : «Από εκεί και πέρα υπάρχουν και μερικές καταλήξεις οι οποίες υποδηλώνουν καταγωγή, όπως για παράδειγμα τα σε ‘ίδης’ και ‘άδης’ που είναι καταλήξεις των Ποντίων, τα σε ‘ογλου’ που είναι Μικρασιατικά και σημαίνουν ο γιος του τάδε, το ‘πουλος’ που απαντάται στην Πελοπόννησο, το «άκος» στη Μάνη και το «άκης» που είναι κρητικό».
Συνοψίζοντας, λοιπόν, μπορούμε να διακρίνουμε τα επώνυμα σύμφωνα με τη σημασία τους σε τέσσερις μεγάλες κατηγορίες, που δηλώνουν αντίστοιχα βαφτιστικό όνομα, καταγωγή, επάγγελμα και παρατσούκλια (ή προσωνύμια).
Πατρωνυμικά: Αυτά που χρησιμοποιούν για ρίζα τους βαφτιστικά ονόματα, είναι μαζί με τα παρατσούκλια το συχνότερο είδος των οικογενειακών ονομάτων. Τα συναντούμε σε ονομαστική πτώση (π.χ. Κωστής, Γεωργής), σε γενική (π.χ. Γεωργίου, Δημητρίου), αλλά και με πολλές καταλήξεις ή υποκοριστικά (π.χ. Στεφανίδης, Αθανασούλας).
Μητρωνυμικά: Αυτά τα οποία βασίζονται στο όνομα της μητέρας, για παράδειγμα Κώστας Ελένης (δηλαδή ο Κώστας της Ελένης). Είναι αρκετά σπάνια και χωρίζονται και αυτά σε κατηγορίες ανάλογα με το επάγγελμα της μητέρας ή του άντρα της (Καλογραίας, Μακαρονούς, Μαμμής, Τσαγκαρίνας), την καταγωγή της μητέρας (Αμουργιανής, Αραπίνης, Βλάχας), ακόμα και το… ελάττωμα της μητέρας (Βουβής, Καμπούρας).
Εθνικά: Είναι τα επώνυμα τα οποία δηλώνουν καταγωγή και φανερώνουν τον τόπο που γεννήθηκε ή έζησε αυτός που έχει το όνομα. Αναφέρονται συνήθως σε χωριά ή ευρύτερες γεωγραφικές περιοχές και οι καταλήξεις τους είναι δεκάδες. Οι πιο συνήθεις είναι οι εξής:
-(ι)ώτης: Τσιριγώτης, Λεπενιώτης, Ανδριώτης, Ηπειρώτης κτλ.
-ίτης: Μπεγλίτης, Πολίτης, Αργυροκαστρίτης κτλ.
-ιανος: Κουταλιανός, Ελεκιστριάνος, Ψαριανός, Σακαρετσιάνος, Χρυσοβιτσιάνος κ.α.
-ινός: Πατρινός, Παργινός, Ζακυνθινός, Καλαβρυτινός
-αίος: Κερκυραίος, Ρωμαναίος κτλ.
Επαγγελματικά: Επώνυμα τα οποία δηλώνουν επαγγέλματα τα οποία χάνονται στα βάθη των αιώνων. Από τα βυζαντινά χρόνια (Αμπελάς, Λαχανάς, Ζωναράς, Καμπανάρης, Γραμματικός, Παλαιολόγος, Δούκας, Λογοθέτης) μέχρι τα νεοελληνικά (Γελαδάρης, Αρκουδάρης, Περιβολάρης, Ψαράς, Σαμαράς, Κουρέας, Ασβεστάς, Βαγενάς).
Παρατσούκλια: Αποτελούν τον κύριο όγκο των επωνύμων μαζί με τα πατρωνυμικά και προέρχονται κατά κύριο λόγο από χαρακτηρισμούς που βασίζονται σε σωματικές (Βραχνός, Ζερβός, Καμπούρης, Λεβέντης), πνευματικές και ηθικές ιδιότητες (Βιαστικός, Αγέλαστος, Θλιμμένος, Κατεργαράκος).
Μπορούν να προέρχονται όμως και από παρομοιώσεις με ζώα (Αλεπουδέλης, Γάτος, Ζυγούρης, Λύκος, Ποντίκης), με φυτά (Γαρούφαλος, Καρπούζης, Πιπέρης, Ρεβίθης) ή να υποδηλώνουν συγγένεια και ηλικία (Εγγονόπουλος, Κανακάρης, Ορφανός, Παπούλιας, Πατέρας).
Τα επώνυμα όμως, δεν εμφανίστηκαν μόνο με τον αρχικό τους τύπο. Πολλά από αυτά σχηματίζουν παράγωγα με διάφορες καταλήξεις ή είναι σύνθετα με την βοήθεια λέξεων οι οποίες χρησιμεύουν ως πρώτο συνθετικό. Όσον αφορά τις καταλήξεις, αποτελούν ένα γλωσσικό… GPS για να καταλάβουμε από ποιο μέρος της Ελλάδας κατάγεται κάποιος.
Έτσι έχουμε τα εξής:
-ίδης: Πόντος (Τουντουλίδης, Κοντογιαννίδης, Πετρίδης)
-άδης: Πόντος (Γεωργιάδης, Καλγρεάδης, Φωτιάδης)
-ούδης ή – ουδάς: Μακεδονία – Θράκη (Λαμπρινούδης, Νικολούδης, Σπανούδης, Φραγκούδης, Ψαρούδας, Μαρούδας)
-όγλου: Μικρά Ασία (Πεσμαζόγλου, Κουρατζόγλου, Ασλάνογλου)
-άκης: Κρήτη (Παπαδάκης, Σαββάκης)
-άκος: Μάνη (Παντελάκος, Δημητράκος, Μαυροειδάκος)
-πουλος: Κυρίως στην Πελοπόννησο (Νικολακόπουλος, Αβραμόπουλος, Ανδρικόπουλος)
-άτος: Κεφαλονιά (Δημητράτος, Γιανουλάτος, Γερολυμάτος)
-έλης: Μυτιλήνη, Αϊβαλί, Λήμνο, Ίμβρο (Παπαδέλης, Χαμαλέλλης, Χωριατέλλης, Ξαφέλλης, Κοντέλλης)
-ούσης: Χίος (Χαλκούσης,Παϊδούσης)
Ας δούμε λοιπόν την ετυμολογία μερικών εκ των πιο συνηθισμένων ελληνικών επωνύμων:
Παλαιολόγος: Από το μτγν.ρημ.παλαιολογώ, λέω, ομιλώ περί αρχαίων-παλαιών πραγμάτων. Επώνυμο της τελευταίας δυναστείας του Βυζαντίου. Συνηθέστατο επώνυμο σήμερα, κυρίως λόγω της χρησιμοποίησης του «Παλαιολόγος» ως βαφτιστικού.
Βασιλόπουλος: Αρκετά συνηθισμένο επώνυμο, με προφανή προέλευση από το βαφτιστικό Βασίλειος, με το επίσης σύνηθες τρόπο σχηματισμού επωνύμου με την κατάληξη -όπουλος.
Οικονόμου: Συχνότατο Ελληνικό επώνυμο, κυρίως λόγω της σημασίας της λέξης οικονόμος ως εκκλησιαστικός αξιωματούχος, κληρικός, υπεύθυνος κυρίως για την οικονομική διαχείριση εκκλησίας ή μοναστηριού.
Παπαδόπουλος: Γιος ή απόγονος του παπά (παπαδοπαίδι), ίσως το πολυπληθέστερο όνομα στην Ελλάδα μαζί με την κατάληξη -οπουλος.
Καραγιάννης: Σύνθετο όνομα από τούρκικη λέξη kara = μαύρος, μελαχρινός συν το βαφτιστικό όνομα Γιάννης.
Κωνσταντόπουλος: Γιος ή απόγονος του Κωνσταντίνου. Ο Κωνσταντίνος προέρχεται από το λατινικό Constantinus.
Αγγελόπουλος : Επώνυµο πατρωνυµικό που προέρχεται από το βαφτιστικό όνοµα Άγγελος συν την κατάληξη –όπουλος.
Ρήγας: Από το νεοελληνικό ρήγας, λαϊκότροπα ο βασιλιάς (μεσαιωνικό ρήγας). Προέρχεται από το ελληνιστικό ρηξ, αιτιατική ρήγα, που προέρχεται από το λατινικό rex.
Χατζής: Σύνηθες πρόθεμα σε πολλά ελληνικά επίθετα(Χατζηνικολάου, Χατζηδημητρίου, Χατζόπουλος, Χατζίδης , Χατζηδάκης κ.α.). Σύμφωνα με τον
Τριανταφυλλίδη: Άτονη προτακτική λέξη που ακολουθείται πάντα από το ενωτικό (-) και έμπαινε πριν από βαφτιστικά ή οικογενειακά ονόματα ως τιμητικός τίτλος για να δηλώσει ότι ένας ορθόδοξος χριστιανός επισκέφτηκε ως προσκυνητής τους Άγιους Τόπους.
Βουδούρης: Επώνυμο το οποίο έχει την ίδια αρχή με το Μπουντούρης, προέρχεται από τη δημώδη/διαλεκτική λέξη βουδούρης (μπουντούρης) που δηλώνει το βραχύσωμο και παχύ άνθρωπο .Η λέξη προέρχεται από το τουρκικό bodur, με την ίδια σημασία.
Μίχας: Πρόκειται για αρβανίτικη παραλλαγή του ονόματος Μιχαήλ-Μιχάλης. Σε ελληνόφωνους πληθυσμούς η υποκοριστική παραλλαγή του ονόματος ήταν συνήθως “Μίχος”.
Περδικάρης: Επαγγελματικό επώνυμο, από το ουσ. περδικάρης(παλαιοτ. περδικάριος), απο το ουσ. πέρδικα

Πολίτης: Η ετυμολογία του επωνύμου αυτού είναι προφανής. Η περίπτωση να προέρχεται από μια οποιαδήποτε πόλη, εκτός από την Πόλη, δεν είναι τόσο πιθανή επειδή δεν υπήρχε λόγος να μην σχηματιστεί το επώνυμο π.χ. Γιαννιώτης από τα Γιάννενα, Σμυρνιός από τη Σμύρνη κ.ο.κ.
Διαβάστε περισσότερα »"Δείτε πόσες πληροφορίες "κρύβει" το επώνυμό σας"

Τι είναι το έθιμο της Κυρα - Σαρακοστής και γιατί ονομάστηκε έτσι;


Το έθιμο της Κυρά Σαρακοστής δεν το ξέρουν πολλοί, είναι από τα πιο παλιά έθιμα του τόπου μας. Οι γιαγιάδες μας λοιπόν έφτιαχναν την Σαρακοστή με αλεύρι και νερό. 

Η κυρά-Σαρακοστή χρησίμευε πάντα ως ημερολόγιο για να μετράμε τις εβδομάδες από την Καθαρά Δευτέρα μέχρι τη Μεγάλη Εβδομάδα. Η κυρά-Σαρακοστή, στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας, ήταν μια χάρτινη ζωγραφιά, που απεικόνιζε μια γυναίκα, που έμοιαζε με καλόγρια, με 7 πόδια, σταυρωμένα χέρια γιατί προσεύχεται, ένα σταυρό γιατί πήγαινε στην εκκλησία και χωρίς στόμα γιατί νήστευε!

Στο τέλος κάθε εβδομάδας, αρχής γενομένης από το Σάββατο μετά την Καθαρά Δευτέρα, της έκοβαν ένα πόδι! Το τελευταίο το έκοβαν το Μεγάλο Σάββατο. Αυτό το κομμάτι χαρτί το δίπλωναν καλά και το έκρυβαν σε ένα ξερό σύκο ή καρύδι κυρίως στην περιοχή της Χίου, το οποίο τοποθετούσαν μαζί με άλλα. Όποιος το έβρισκε θεωρούνταν τυχερός! Σε κάποιες περιοχές, το έβδομο πόδι το τοποθετούσαν μεσα στο ψωμί της Ανάστασης και όποιος το έβρισκε του έφερνε γούρι!

Σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, η κυρά-Σαρακοστή φτιάχνεται από ζυμάρι με απλά υλικά και κυρίως, πολύ αλάτι για να μη χαλάσει. Σε κάποιες περιοχές πάλι, την έφτιαχναν από πανί και τη γέμιζαν με πούπουλα.

Στον Πόντο, η κυρά-Σαρακοστή ήταν μια πατάτα ή ένα κρεμμύδι που το κρεμούσαν απ' το ταβάνι και πάνω του είχαν καρφωμένα επτά φτερά κότας, ώστε να αφαιρούν ένα φτερό κάθε εβδομάδα. Εδώ το έθιμο ονομαζόταν "Κουκουράς", ήταν ο φόβος και ο τρόμος των παιδιών!
Διαβάστε περισσότερα »"Τι είναι το έθιμο της Κυρα - Σαρακοστής και γιατί ονομάστηκε έτσι;"

Τι συμβολίζει το γνωστό σε όλους «μαρτάκι»;



Την πρώτη μέρα του Μάρτη συνηθίζουμε να φτιάχνουμε και να φοράμε το γνωστό «μαρτάκι» .
Πρόκειται για ένα παμπάλαιο έθιμο, με βαλκανική διασπορά. Πιστεύεται ότι έχει τις ρίζες του στην Αρχαία Ελλάδα, και συγκεκριμένα στα Ελευσίνια Μυστήρια. 

Οι μύστες των Ελευσίνιων Μυστηρίων έδεναν μια κλωστή, την Κρόκη, στο δεξί τους χέρι και το αριστερό τους πόδι.

Από τη 1η ως τις 31 του Μάρτη, τα παιδιά φορούν στον καρπό του χεριού τους ένα βραχιολάκι, φτιαγμένο από στριμμένη άσπρη και κόκκινη κλωστή, τον Μάρτη ή Μαρτιά. 

Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, ο Μάρτης προστατεύει τα πρόσωπα των παιδιών από τον πρώτο ήλιο της Άνοιξης, για να μην καούν. Τον φτιάχνουν την τελευταία μέρα του Φλεβάρη και τον φορούν την πρώτη μέρα του Μάρτη, πριν βγουν από το σπίτι.

Σε μερικές περιοχές ο Μάρτης φοριέται στο μεγάλο δάχτυλο του ποδιού σαν δαχτυλίδι για να μην σκοντάφτει ο κάτοχός του. Το βραχιολάκι αυτό το βγάζουν στο τέλος του μήνα, ή το αφήνουν πάνω στις τριανταφυλλιές όταν δουν το πρώτο χελιδόνι, για να τον πάρουν τα πουλιά και να χτίσουν τη φωλιά τους.

Ρίζες και από τα Σκόπια
Το έθιμο του Μάρτη γιορτάζεται ίδιο και απαράλλαχτο στα Σκόπια με την ονομασία Μάρτινκα και στην Αλβανία ως Βερόρε. Οι κάτοικοι των δυο γειτονικών μας χωρών φορούν βραχιόλια από κόκκινη και άσπρη κλωστή για να μην τους «πιάσει» ο ήλιος, τα οποία και βγάζουν στα τέλη του μήνα ή όταν δουν το πρώτο χελιδόνι. 

Άλλοι πάλι, δένουν τον Μάρτη σε κάποιο καρποφόρο δέντρο, ώστε να του χαρίσουν ανθοφορία, ενώ μερικοί τον τοποθετούν κάτω από μια πέτρα κι αν την επόμενη ημέρα βρουν δίπλα της ένα σκουλήκι, σημαίνει ότι η υπόλοιπη χρονιά θα είναι πολύ καλή.

Τηρώντας παραδόσεις και έθιμα αιώνων, οι Βούλγαροι, την πρώτη ημέρα του Μάρτη, φορούν στο πέτο τους στολίδια φτιαγμένα από άσπρες και κόκκινες κλωστές που αποκαλούνται Μαρτενίτσα. Σε ορισμένες περιοχές της Βουλγαρίας, οι κάτοικοι τοποθετούν έξω από τα σπίτια τους ένα κομμάτι κόκκινου υφάσματος για να μην τους «κάψει η γιαγιά Μάρτα» (Μπάμπα Μάρτα, στα βουλγαρικά), που είναι η θηλυκή προσωποποίηση του μήνα Μάρτη. Η Μαρτενίτσα λειτουργεί στη συνείδηση του βουλγαρικού λαού ως φυλαχτό, το οποίο μάλιστα είθισται να προσφέρεται ως δώρο μεταξύ των μελών της οικογένειας, συνοδευόμενο από ευχές για υγεία και ευημερία.

Το ασπροκόκκινο στολίδι της 1ης του Μάρτη φέρει στα ρουμανικά την ονομασία Μαρτιζόρ. Η κόκκινη κλωστή συμβολίζει την αγάπη για το ωραίο και η άσπρη την αγνότητα του φυτού χιονόφιλος, που ανθίζει τον Μάρτιο και είναι στενά συνδεδεμένο με αρκετά έθιμα και παραδόσεις της Ρουμανίας.
Διαβάστε περισσότερα »"Τι συμβολίζει το γνωστό σε όλους «μαρτάκι»;"