ΟΙ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ :

Σκοπός του Συλλόγου

Η φωτογραφία μου
Παράδοση είναι ...τo μελωδικό νανούρισμα της μάνας, οι θρύλοι του παππού ,τα κάλαντα, τα χελιδονίσματα, οι μαντινάδες,τα έθιμα ,οι χοροί και οι σκοποί που μας συντρόφευαν σε κάθε χαρά ,οι ενδυμασίες ,τα κεντήματα ,τα δίστιχα, τα παιχνίδια και όσα άλλα είναι μέρος της ζωής του τόπου μας. Κρατήστε περήφανα στις καρδιές σας ,αλώβητο αυτό το θησαυρό και παραδώστε τον στις επόμενες γενιές! Έτσι θα ακούμε τους παλμούς του τόπου μας ολοζώντανα και δεν θα σβήσει τίποτε στη χοάνη της παγκοσμιοποίησης! Η επίσημη ίδρυση του συλλόγου μας ως ανεξάρτητο σωματείο έγινε το 1998 με κύριο σκοπό και στόχο τη διατήρηση και τη διάδοση των χορών, των τραγουδιών και των παραδόσεων της Κέρκυρας και της υπόλοιπης Ελλάδας, καθώς επίσης και την προσέγγιση της νεολαίας απομακρύνοντάς την από τους κινδύνους της εποχής μας.

25 λόγοι που λατρεύουμε τον παππού και τη γιαγιά μας

Γινόμαστε πάλι παιδιά και θυμόμαστε γιατί λατρεύαμε να είμαστε με τον παππού και τη γιαγιά! Ιδού λίγοι από τους ...λόγους για τους οποίους τα παιδιά λατρεύουν τους γονείς των γονιών τους.

1. Είναι πάντα έτοιμοι για μια περιπέτεια!
Εκδρομές, επισκέψεις σε μουσεία, πικ νικ! Οι παππούδες μας λατρεύουν να βγαίνουν έξω τόσο όσο και τα παιδιά!...


2. Ξέρουν πολλές ιστορίες
Σε κάθε παιδί αρέσει να ακούει ιστορίες από τη ζωή του παππού και της γιαγιάς. Ειδικά οι προσωπικές τους ιστορίες είναι αυτές που μας κάνουν να τους θαυμάζουμε τόσο πολύ αλλά και να αναρωτιόμαστε αν θα πετύχουμε ποτέ τόσα πολλά όσο εκείνοι.

3. Ασχολούνται με τον κήπο
Φραουλίτσες, μποστάνια, φυτά και λουλούδια, ο κήπος είναι από τις αγαπημένες ασχολίες των παιδιών και μόνο οι γιαγιάδες έχουν την όρεξη και το χρόνο για να το κάνουν!

4. Μας διαβάζουν βιβλία και παραμύθιαΟι γονείς συνήθως δεν έχουν το χρόνο να...
διαβάσουν στα παιδιά πολλά βιβλία και παραμύθια. Η γιαγιά και ο παππούς όμως είναι αυτοί που μαθαίνουν στο παιδί να τους αρέσει το διάβασμα.

5. Ξέρουν τα πάντα!
Κάθε παιδί πιστεύει ότι ο παππούς είναι κινητή εγκυκλοπαίδεια ενώ αν κάτι δεν το γνωρίζει, τότε σίγουρα θα αφιερώσει τον χρόνο για να το βρει και να απαντήσει σε όποια ερώτηση του γίνει.


6. Γίνονται παιδιά
Ό,τι κι αν ζητήσει ένα παιδί από τη γιαγιά και τον παππού, όσο παιδικό και χαζό κι αν είναι, θα το κάνουν. Να τους καβαλήσουν, να τους φορέσουν αστεία καπέλα, να τους βάψουν το πρόσωπο με μπογιές. Οι παππούδες ξέρουν πώς είναι να είσαι παιδί και δεν το αλλάζουν με τίποτα!

7. Δεν βιάζονται
Δεν βιάζονται να ετοιμαστούν τα παιδιά για να πάνε στο σχολείο ούτε να κάνουν τα μαθήματά τους. Έχουν πολύ χρόνο και τους τον δίνουν απλόχερα.

8. Είναι το καλύτερο κοινό
Όταν το παιδί μαθαίνει ένα ποίημα, μια χορευτική κίνηση, το πρώτο του κομμάτι στο πιάνο, η γιαγιά και ο παππούς είναι αυτοί που πραγματικά θέλουν να ακούσουν.

9. Τους αρέσουν τα ταξίδια
Διακοπές στη Disneyland; Μέσα! Βόλτα στη Χαλκίδα με το τρένο; Φύγαμε!

10. Λένε στα παιδιά ιστορίες από τους γονείς τους
Ποιος ξέρει καλύτερα από όλους τους γονείς μας; Οι παππούδες μας. Για αυτό και μας αρέσει να τους ακούμε να μιλούν για τα παιδικά τους χρόνια ενώ κάθε «το ίδιο έκανε και η μάνα σου μικρή»

11. Μαγειρεύουν άψογα
Τα φαγητά της γιαγιάς και το πρωινό του παππού δεν συγκρίνονται με κανένα φαγητό. Όλοι το ξέρουμε.

12. Ξέρουν πολλά τραγούδια
Ξέρουν σκοπούς από τους προσκόπους, παιδικά τραγούδια, μαθαίνουν γρήγορα όποιο τραγούδι λένε τα πιτσιρίκια και χαίρονται να το τραγουδούν μαζί τους.

13. Ακούνε
Χαίρονται πάντα να ακούνε όσα έχουν να τους πουν τα παιδιά χωρίς μάλιστα να κρίνουν. Απλώς ακούνε και βοηθούν.

14. Ξέρουν ιστορία
Δεν είναι μόνο ότι έχουν γνώσεις. Έχουν ζήσει πράγματα. Θυμούνται πότε ήρθε η ιδιωτική τηλεόραση στην Ελλάδα, έχουν ζήσει πολέμους και κακουχίες από πρώτο χέρι και έχουν να πουν πράγματα που δεν τα γράφουν ούτε τα βιβλία.

15. Έχουν παράξενα αντικείμενα στο σπίτι
Από γουδοχέρι μέχρι πορσελάνες, οι παππούδες έχουν κάθε λογιών αντικείμενα που δεν βλέπουμε κάθε μέρα και τραβούν την περιέργεια των παιδιών. Αν, πάλι, χαλάσει κάτι δεν θα το κάνουν και θέμα.

16. Κάνουν δώρα
Αν και οι περισσότεροι δεν έχουν τα χρήματα, αγοράζουν δώρα στα παιδιά ή τους χαρίζουν αντικείμενα της ιδιοκτησίας τους.

17. Χαρτζιλικώνουν
Για τις δουλειές του σπιτιού, που η μαμά θεωρεί δεδομένο ότι θα κάνουμε, η γιαγιά και ο παππούς δίνουν το κατιτίς τους.

18. Πιστεύουν τα πάντα
- Είδα ένα φάντασμα έξω από το σπίτι.
- Άντε! Πώς έμοιαζε;

19. Μαθαίνουν στα παιδιά ικανότητες
Η γιαγιά και ο παππούς θα μάθουν στο παιδί πώς να ψαρεύει, να ράβει, να ανοίγει φύλλο, πράγματα για τα οποία οι γονείς δεν έχουν το χρόνο ή τις γνώσεις.

20. Ξέρουν να "στέκονται"
Όταν το παιδί έχει ένα πρόβλημα, ξέρουν πώς να το αντιμετωπίσουν. Είτε αυτό σημαίνει να το συζητήσουν είτε να καθίσουν με το παιδί αμίλητοι και να δουν κινούμενα σχέδια.

21. Δεν μας μαλώνουν
Συνήθως οι παππούδες δεν περνούν όλη τη μέρα με τα παιδιά και έτσι όταν κάτι πάει στραβά, απλώς το προσπερνούν.

22. Μας σκέφτονται
Ακόμα κι αν βρίσκονται πολύ μακριά, πάντα θα πάρουν τηλέφωνο να δουν τι κάνουμε και θα μας δείξουν ότι μας νοιάζονται και μας σκέφτονται.

23. Μαθαίνουν από τα παιδιά
Θα μάθουν πράγματα από τα παιδιά, που δεν έχει κάποιος άλλος την υπομονή να τους τα δείξει, όπως πώς να χρησιμοποιήσουν το τηλέφωνο ή ακόμα και το Skype!

24. Κάνουν την κάθε μέρα ξεχωριστή
Θέλουν να κάνουν την κάθε μέρα ξεχωριστή για το παιδί. Βρίσκουν πράγματα που θα του τραβήξουν το ενδιαφέρον, τα δελεάζουν και ανακαλύπτουν διαρκώς νέες ασχολίες.

25. Των παιδιών μου τα παιδιά...
Αν μη τι άλλο, αξίζουν την αγάπη των παιδιών γιατί τα λατρεύουν χωρίς όρους, χωρίς να περιμένουν κάτι από αυτά. Ακόμα κι όταν περνούν την εφηβεία και τους ξεχνούν, η γιαγιά και ο παππούς δεν παραπονιούνται ποτέ. Χρειάζεστε καλύτερο λόγο
Διαβάστε περισσότερα »"25 λόγοι που λατρεύουμε τον παππού και τη γιαγιά μας"

Η ιστορία, οι θρύλοι και τα εθιμα για την Φανουρόπιτα και τον άγνωστο Άγιο Φανούριο


1Κάθε χρόνο στις 27 Αυγούστου οι Εκκλησίες γεμίζουν πίτες φτιαγμένες από τις νοικοκυρές. Είναι οι γνωστές σε όλους μας «Φανουρόπιτες». Πρόκειται για μια μίξη, λαϊκής παράδοσης, πίστης και τοπικών εθίμων που ξεκίνησε στη Ρόδο και επεκτάθηκε σε ολόκληρη τη χώρα.
Όσο για τον ίδιο τον Άγιο Φανούριο; Λέγεται πως αυτό δεν είναι καν το πραγματικό του όνομα, ενώ οι πληροφορίες που υπάρχουν για τον ίδιο και την ζωή του είναι ελάχιστες έως ανύπαρκτες.
Το μόνο γνωστό, σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση τουλάχιστον, είναι πως η μητέρα του Αγίου ήταν… αμαρτωλή.
ΑΓΙΕ ΦΑΝΟΥΡΙΕ… ΦΑΝΕΡΩΣΕ
Ποιος δεν θυμάται την γιαγιά του να λέει «Άγιε μου Φανούριε… φανέρωσε το» και να τάζει πίτα ή κερί στη χάρη του; Για τους απλούς ανθρώπους ο Άγιος Φανούριος υπήρξε η μορφή που πάντοτε θα βοηθούσε να βρεθούν τα χαμένα. Από γαμπρούς και νύφες μέχρι χαμένα πρόσωπα ή ακόμη και κλειδιά.
Ο καθένας κατά την πίστη και την ανάγκη του ζητάει.
Σε πολλές περιοχές της ελληνικής επαρχίας ακόμη και σήμερα αυτές τις μέρες, ανύπαντρες γυναίκες πηγαίνουν στην Εκκλησία με την φτιαγμένη από τα χέρια της Φανουρόπιτα, με ένα και μόνο αίτημα. Να «φανερωθεί» ο σύζυγος.
Η ΑΜΑΡΤΩΛΗ ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
Αν και κανείς δεν γνωρίζει λεπτομέρειες για το που, πότε και πως έζησε ο Άγιος, εντούτοις η λαϊκή φαντασία έσπευσε να τις δημιουργήσει.
Σύμφωνα λοιπόν με αυτήν, η μητέρα του Αγίου ήταν άνθρωπος που δεν βοηθούσε τους άλλους. Ήταν αμαρτωλή.
Σε πολλές περιοχές της χώρας μας, αρκετοί είναι αυτοί που φτιάχνουν την πίτα για «να συγχωρεθεί η μάνα του Αγίου». Αυτό το έθιμο όμως είναι ελάχιστα διαδεδομένο.
ΠΩΣ ΞΕΚΙΝΗΣΕ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΑΝΟΥΡΙΟΥ
Μέχρι τον 14ο ή 15ο κατ’ άλλους αιώνα, ο Άγιος δεν ήταν γνωστός. Εκείνη την εποχή στη Ρόδο, κατά την διάρκεια εργασιών αναστήλωσης των τειχών της πόλεως, αποκαλύφθηκε πως υπήρχε ένας μισογκρεμισμένος Ναός στον οποίο υπήρχαν πολλές παλαιές εικόνες.
Μια από αυτές, η πιο καλοδιατηρημένη λέει η παράδοση, ήταν ενός Αγίου ο οποίος φορούσε ρωμαϊκά στρατιωτικά ρούχα και κρατούσε ένα κερί κι έναν Σταυρό.
Το όνομα που φαινόταν ήταν «Ο Άγιος Φανώ».
Γύρω από την εικόνα του Αγίου, υπήρχαν 12 παραστάσεις στις οποίες απεικονιζόταν το μαρτύριο του. Έτσι το μόνο που γνωρίζουμε είναι πως πρόκειται για έναν μάρτυρα ο οποίος πιθανότατα υπήρξε στρατιώτης.
Το όνομα Φανούριος του αποδόθηκε από τον Μητροπολίτη Ρόδου Νείλο, ο οποίος ανακαίνισε το εκκλησάκι που βρέθηκε η εικόνα, αφιερώνοντας το στον νεοφανή Άγιο Φανούριο.
Αυτές είναι και οι μοναδικές πληροφορίες. Από την Ρόδο, στόμα με στόμα, η ιστορία του νέου Αγίου διαδόθηκε πρώτα στα γύρω νησιά και μετέπειτα σε ολόκληρη τη χώρα.
Η ΦΑΝΟΥΡΟΠΙΤΑ
Κανείς δεν γνωρίζει επακριβώς πως και γιατί ξεκίνησε αυτό το έθιμο. Η φανουρόπιτα βέβαια έχει «μπολιαστεί» και με διάφορα στοιχεία της ελληνικής λαογραφίας αφού κάποιοι θέλουν να φτιάχνεται αυστηρά με 7 υλικά και άλλοι με 9. Οι αριθμοί αυτοί έχουν την δική τους σημειολογία η οποία δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με την πίστη όσο με την λαϊκή παράδοση.
Μια από τις πιο γνωστές συνταγές για φανουρόπιτα είναι η εξής:
Υλικά
  • 4 φλιτζάνια τσαγιού αλεύρι που φουσκώνει μόνο του
  • 1 κουταλάκι κανέλλα
  • 1 μπέικιν
  • 1 φλιτζάνι τσαγιού λάδι
  • 1 φλιτζάνι τσαγιού ζάχαρη
  • 1/2 φλιτζάνι τσαγιού νερό
  • 3/4 φλιτζάνι τσαγιού πορτοκαλάδα
  • ελάχιστη σόδα, ξύσμα λεμονιού-πορτοκαλιού
Εκτέλεση
Κτυπάμε όλα τα υλικά στο μούλτι για λίγα λεπτά και μετά βάζουμε το αλεύρι με τη σόδα και το μπέικιν και ανακατεύουμε καλά.
Ύστερα βάζουμε : 1 φλιτζάνι σταφίδα ξανθή 1 φλιτζάνι χοντρά κομμένα καρύδια και βάζουμε το μίγμα σε βουτυρωμένο ταψί νούμερο 32.
Ψήνουμε στους 180 βαθμούς για 45΄ λεπτά.
Όταν ψηθεί το αφήνουμε να κρυώσει και κατόπιν πασπαλίζουμε από πάνω με ζάχαρη άχνη.
Διαβάστε περισσότερα »"Η ιστορία, οι θρύλοι και τα εθιμα για την Φανουρόπιτα και τον άγνωστο Άγιο Φανούριο"

ΓΛΥΚΙΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΠΑΙΧΝΙΔΙΩΝ (ΠΕΝΤΟΒΟΛΑ, ΤΣΕΡΚΙ, ΚΟΥΤΣΟ, ΞΥΛΙΝΗ ΣΦΕΝΤΟΝΑ, ΣΒΟΥΡΑ κλπ)


  
Πάνω από εκατό χρόνια πριν, δεν υπήρχαν τηλεοράσεις, στερεοφωνικά, ή τηλεοπτικά παιχνίδια, δεν υπήρχαν χρήματα για ακριβά παιχνίδια και οι γονείς μας ήταν πολύ απασχολημένοι για να ασχοληθούνε μ΄εμάς.

Ευτυχώς η κίνηση στους δρόμους ήταν μικρή η δεν υπήρχε, οπότε ο δρόμος ήταν η παιδική χαρά μας: οι δρόμοι, τα πεζοδρόμια, καθώς και στους μικρούς κήπους μπροστά.Παίζαμε έξω έως ότου βράδιαζε και δεν βλέπαμε πια.


Τα αγόρια έπαιζαν “βόλους” έστρωναν τους βόλους σε μια σειρά, σχεδόν κολλητοί μεταξύ τους, και τα παιδιά έριχναν το καθένα το δικό του βώλο από κάποια καθορισμένη απόσταση, προσπαθώντας να πετύχουν κάποιον απο τους “στρωμένους” βώλους. Οποιο βώλο πετύχαινε το παιδί, τον κέρδιζε.Το μεγάλο πανηγύρι γινόταν όταν έμπαινε και γκαζά στο στρώσιμο και όποιο παιδί κέρδιζε γκαζά, ξεφώνιζε από χαρά και ικανοποίηση. Συνήθως όμως η γκαζά δεν έμπαινε στο στρώσιμο, επειδή όποιο παιδί την είχε προτιμούσε να τη κρατάει για να σημαδεύει, επειδή ήταν πιο εύστοχη και δεν έχανε το σχήμα της. Οι χωματένιοι βώλοι χάναν γρήγορα τη λεία εξωτερική τους επιφάνεια και, μετά από κάμποσα παιχνίδια, σπάγαν κιόλας.
Στα τελευταία χρόνια του ’50, όσο απομακρυνόταν ο τόπος από τους πολέμους, οι γκαζές αντικαταστήσαν εντελώς τους χωματένιους βώλους, οπότε το παιχνίδι ονομάστηκε “οι γκαζές”, μια και παιζόταν πλέον μόνο με γκαζές.
Έχουμε, επίσης,το παιχνίδι με τα τσέρκια.Υπήρχαν ξύλινα σε διάφορα μεγέθη για τα κορίτσια με τα ραβδιά τα κιλούσαν στα πεζοδρόμια.Τα αγόρια είχαν σιδερένια τσέρκια.Κέρδιζε το παιδί που θα έφτανε πρώτο στο προκαθορισμένο σημείο.

ΤΟ ΚΟΥΤΣΟ
Παιζόταν από δυο άτομα. Το πρώτο παιδί που άρχιζε, έριχνε μια στρογγυλή πέτρα στην αρχή του σχεδίου. Έπρεπε στηριγμένο στο ένα πόδι να σπρώξει μ’ αυτό την πέτρα ώστε να βγει έξω από το σχέδιο στην αρχή. Στη συνέχεια έριχνε την πέτρα στο δεύτερο τετράγωνο κι έμπαινε με το ένα πόδι στο σχέδιο και τετράγωνο -τετράγωνο έφτανε σ’ εκείνο που βρισκόταν η πέτρα. Πάλι χτυπώντας την με το πόδι με το οποίο πατούσε στο έδαφος προσπαθούσε τετράγωνο -τετράγωνο να τη βγάλει έξω από το σχέδιο στην αρχή του. Αυτή η διαδικασία συνεχιζόταν με το τρίτο, το τέταρτο και το πέμπτο τετράγωνο. Δεν έπρεπε ούτε η πέτρα ούτε το πόδι να ακουμπήσει στις γραμμές του σχεδίου. Αν ακουμπούσε στη γραμμή έβγαινε από το παιχνίδι και ξεκινούσε το άλλο παιδί.
Το πατίνι είναι ένα δίτροχο όχημα χωρίς μηχανή, χωρίς πεντάλ και χωρίς σέλα ή άλλο κάθισμα, στο οποίο ο οδηγός στέκεται όρθιος τοποθετώντας το ένα πόδι του στον πεπλατυσμένο άξονα που ενώνει τους δυο τροχούς ενώ με το άλλο δίνει ώθηση με συνεχείς παλινδρομικές κινήσεις εκκρεμούς ώστε να μετακινηθεί το όχημα.

Εκείνη την εποχή, τα παιδιά είχαν απαραίτητα μαζί τους και από μία ξύλινη σφεντόνα ( τέγκαλα ) για το κυνήγι των πουλιών και για το σημάδι διαφόρων στόχων.

Σβούρα
Συνήθως χρησιμοποιούνται για να παίξει το παιχνίδι ”Βάλτε και Πάρτε” το τετράπλευρο σβουράκι ή σβούρα εμφανίζει έναν αριθμό, όταν σταματήσει να γυρίζει. Κάθε παίκτης τοποθετεί ένα κέρμα στο δοχείο και στη συνέχεια  γυρίζει το σβουράκι ακολουθώντας τις οδηγίες όταν η σβούρα σταματήσει να γυρίζει. Όταν ολόκληρο το ποσό  είχε κερδηθεί ο γύρος τελείωνε και οι παίκτες ξεκινούσαν και πάλι.



ΤΡΕΙΣ…ΚΑΙ ΤΟ ΛΟΥΡΙ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ
Τα παιδιά σχηματίζουν ένα κύκλο, καθισμένα γύρω από τη μάνα, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα παιδιά. Εκείνη βγάζει τη ζώνη της ή ένα λουρί ή σχοινί και πρώτα σχηματίζει μ’ αυτό διάφορα σχήματα, π.χ. ένα αχλάδι, ένα μήλο, ένα καλάθι κτλ. Τα άλλα πρέπει να μαντέψουν τι παριστάνει. Όποιο το βρει, του δίνει η μάνα το λουρί και τότε εκείνο έχει το δικαίωμα να σηκωθεί και να κυνηγήσει τ’ άλλα παιδιά. Η μάνα μένει στη θέση της και κάθε τόσο φωνάζει: «Τρεις και το λουρί της μάνας! ». Εκείνος που κρατεί το λουρί, συνεχίζει το κυνήγι του κι αν κτυπήσει κανένα παιδί, τότε εκείνο βγαίνει απ’ το παιχνίδι. Αν όμως η μάνα φωνάξει: «Τρεις και το λουρί της μάπας! », τότε αυτός που κυνηγάει, πρέπει αμέσως να γυρίσει πίσω και να παραδώσει το λουρί στη μάνα, αλλιώς τα άλλα παιδιά έχουν το δικαίωμα να τον πάρουν στο κυνήγι και να του πάρουν το λουρί και να αρχίσουν μ’ αυτό να τον χτυπούν.



ΠΕΡΝΑ, ΠΕΡΝΑ Η ΜΕΛΙΣΣΑ
Τα παιδιά, από 6 και πάνω, διαλέγουν από τα πιο μεγάλα, δυο μάνες και η κάθε μια παίρνει με λάχνισμα τον ήλιο ή το φεγγάρι. Οι 2 μάνες σχηματίζουν με τα χέρια τους μια καμάρα και στέκονται όρθιες στη μέση. Τα υπόλοιπα παιδιά σχηματίζουν μια γραμμή, το ένα πίσω απ’ το άλλο, κρατημένα απ’ τη μέση ή απ’ τη ζώνη τους. Όπως έχουν σχηματίσει τη σειρά προχωρούν προς την καμάρα τραγουδώντας:

Περνά, περνά η μέλισσα
Με τα μελισσόπουλα
Και με τα παιδόπουλα!
      Όταν φτάσουν μπρος την καμάρα οι 2 μάνες τα ρωτούν:
-Από πού ερχόσαστε;
-Από την Κόρινθο (π.χ.)
-Και τι έχετε φορτωμένα;
-Σύκα και σταφύλια (π.χ.)
-Περάστε μέσα.
Σηκώνουν λοιπόν τα χέρια τους και τα παιδιά περνούν κάτω από την καμάρα, βουίζοντας σαν τις μέλισσες. Την ώρα που είναι να περάσει το τελευταίο, οι 2 μανάδες κατεβάζουν τα χέρια τους και το κρατούν κι ύστερα το ρωτούν σιγά, ώστε να μην ακούσουν τα άλλα:
-Τι θέλεις, τον ήλιο ή το φεγγάρι;
Το παιδί θα πει τον ήλιο ή το φεγγάρι και τότε θα πάει πίσω απ’ αυτή που πήρε τούτο το όνομα και θα πιαστεί απ’ τη μέση της. Το παιχνίδι συνεχίζεται κατά τον ίδιο τρόπο, μόνο που κάθε φορά, τα παιδιά λένε ότι έρχονται από άλλο μέρος και φέρνουν διαφορετικά πράγματα, μέχρις ότου μοιραστούν όλες. Την τελευταία τη ρωτούν πια φανερά, αν θέλει τον ήλιο ή το φεγγάρι κι όταν διαλέξει πιάνεται, πίσω απ’ όλα τα άλλα παιδιά. Τότε η μια μάνα βγάζει τη ζώνη της και την απλώνει στην άλλη και η κάθε μια τους κρατάει από μιαν άκρη και με τα παιδιά από πίσω της την τραβάει προς το μέρος της. Όποια πάρει την άλλη, νικάει.



ΔΕΝ ΠΕΡΝΑΣ ΚΥΡΑ ΜΑΡΙΑ
Πιάνονται απ’ το χέρι και σχηματίζουν κύκλο, ενώ ένα κορίτσι απ’ τα μεγαλύτερα, η κυρα-Μαρία, στέκεται στη μέση. Αρχίζουν να γυρίζουν γύρω γύρω και τραγουδούν, ενώ η κυρα-Μαρία προσπαθεί να περάσει ανάμεσά τους.
Που θα πας κυρα-Μαρία, δεν περνάς δεν περνάς,
Που θα πας κυρα-Μαρία, δεν περνάς, περνάς!
-Θε να πάω εις τους κήπους δεν περνώ, δεν περνώ.
Θε να πάω εις τους κήπους δεν περνώ, περνώ!
-Τι θα κάνεις εις τους κήπους δεν περνάς, δεν περνάς
Τι θα κάνεις εις τους κήπους δεν περνάς, περνάς!
-Θα μαζέψω 2 βιολέτες δεν περνώ, δεν περνώ
Θα μαζέψω 2 βιολέτες δεν περνώ, περνώ!
-Τι θα κάνεις τις βιολέτες δεν περνάς, δεν περνάς
Τι θα κάνεις τις βιολέτες δεν περνάς, περνάς!
-Θα τις δώσω της καλής μου δεν περνώ, δεν περνώ
Θα τις δώσω της καλής μου δεν περνώ, περνώ!
-Και ποια είναι η καλή σου δεν περνάς, δεν περνάς
Και ποια είναι η καλή σου δεν περνάς, περνάς!
-Η καλή μου είν’ (η Ελένη π.χ.) δεν περνώ, δεν περνώ
Η καλή μου είν’ (η Ελένη π.χ.) δεν περνώ, περνώ!
Μόλις ακούσει τ’ όνομά του το κορίτσι που ανέφερε η κυρα-Μαρία, φεύγει απ’ τον κύκλο και μπαίνει στη μέση και τότε είτε γίνεται αυτό κυρα-Μαρία και το παιχνίδι συνεχίζεται έτσι είτε στέκεται στο πλάι της κυρα-Μαρίας, που συνεχίζει ν’ αναφέρει σε κάθε επανάληψη του τραγουδιού κι από μια φιλενάδα της, ώσπου δε μένουν πια αρκετά κορίτσια, για να σχηματίσουν κύκλο κι έτσι το παιχνίδι τελειώνει.



ΛΥΚΕ ΛΥΚΕ, ΕΙΣΑΙ ΕΔΩ;
Ένα από τα μεγαλύτερα παιδιά κάνει τον λύκο, που πάει και κρύβεται πίσω από ένα θάμνο ή ένα δέντρο. Τα άλλα παιδιά, με επικεφαλής ένα απ’ τα μεγαλύτερα, που θα είναι η «μάνα», πιάνονται στη σειρά, το ένα πίσω απ’ το άλλα και πλησιάζουν το κρησφύγετο του λύκου, απαγγέλλοντας ρυθμικά:
«Πήγε ο λύκος στο βουνό,
μες στο δάσος το πυκνό.
Τριγυρνώ και τραγουδώ:
Λύκε, λύκε είσαι δω;»
Ο λύκος απαντάει: -Εδώ είμαι!
Τα παιδιά ρωτούν: -Και τι κάνεις;
Ο λύκος: -Βάζω το πουκάμισό μου! Ή
Τώρα σηκώνομαι απ’ το κρεβάτι μου!
Τα παιδιά απομακρύνονται, κάνουν ένα νέο γύρο, πάντα πιασμένα το ένα πίσω απ’ το άλλο και σταματούν πάλι έξω απ’ το κρησφύγετο του λύκου, λέγοντας το ίδιο τραγουδάκι. Ο λύκος εξακολουθεί να ντύνεται και τους απαντάει πάντα: «Βάζω το παντελόνι μου» ή «φοράω τα παπούτσια μου» ή δίνει άλλες αστείες απαντήσεις, όπως: «Ξυρίζω τα μουστάκια μου», ανάλογα με την ηλικία του και με την ετοιμότητά του. Στο τέλος λέει: «Βάζω το καπέλο μου» ή «παίρνω το μπαστούνι μου και σας κυνηγώ» και τότε τα παιδιά σκορπίζονται φωνάζοντας:
«Λύκε, λύκε φτάσε με,
σαν μπορείς και πιάσε με!»
Ο Λύκος τρέχει από πίσω τους και τα κυνηγάει. Όποιο παιδί φτάσει, βγαίνει από το παιχνίδι. Αυτό γίνεται ώσπου να τα πιάσει όλα ή ώσπου να κουραστούν τα παιδιά



ΓΥΡΩ ΓΥΡΩ ΟΛΟΙ
Τα παιδάκια σχηματίζουν έναν κύκλο και βάζουν το πιο μικρό στη μέση. Ύστερα πιάνονται από τα χέρια και γυρίζουν τραγουδώντας:
Γύρω-γύρω όλοι
Στη μέση ο Μανόλης,
Χέρια, πόδια στη γραμμή
Όλοι κάθονται στη γη!
-Κάθισε, Μανολάκη!
Με το: «όλοι κάθονται στη γη!», όλα τα παιδάκια κάθονται χάμω και τεντώνουν τα πόδια τους προς το κέντρο. Το ίδιο πρέπει να κάνει και ο «Μανόλης».



Η ΜΙΚΡΗ ΕΛΕΝΗ
Τα κοριτσάκια σχηματίζουν έναν κύκλο, που κοιτάζει προς τα μέσα. Στο κέντρο κάθεται ένα κοριτσάκι, που κάνει τάχα ότι κλαίει. Τα άλλα γυρίζουν γύρω-γύρω και τραγουδούν:
Η μικρή Ελένη
κάθεται και κλαίει

γιατί δεν την παίζουν οι φιλενάδες της.
Σήκω απάνω, πλύνε τα μάτια,
Κοίταξε τον ήλιο κι αποχαιρέτησε!
Το κοριτσάκι, τότε, που κάνει την Ελένη, πλένει δήθεν τα μάτια της και κοιτάζει τον ήλιο κι ύστερα σηκώνεται ξαφνικά και πιάνει μια απ’ τις άλλες, που γίνεται εκείνη Ελένη με τη σειρά της.



Η ΚΟΛΟΚΥΘΙΑ
Οι παίκτες – από 5 ως 10 – κάθονται γύρω-γύρω και βγάζουν έναν αρχηγό, τα πιο μεγάλα απ’ τα παιδιά ή τον πιο έξυπνο, ανάμεσα στους μεγάλους. Καθένας απ’ τους παίκτες παίρνει έναν αριθμό. Αυτό γίνεται κατά 2 τρόπους: Ή εκείνος που κάθεται στ’ αριστερά του αρχηγού, παίρνει τον αριθμό 1 κι ο διπλανός του το 2 κι έτσι ως το τέλος, ή ο  καθένας παίρνει όποιο αριθμό του αρέσει, που δεν πρέπει όμως να είναι μεγαλύτερος, απ’ όσα είναι στο σύνολό τους τα παιδιά. Έτσι π.χ. αν τα παιδιά είναι 8, δεν πρέπει κανείς να πάρει τον αριθμό 10. Κάθε παίκτης πρέπει να θυμάται καλά τον αριθμό του, γιατί απ’ αυτό θα εξαρτηθεί αν θα κερδίσει ή θα χάσει.
Πρώτος μιλάει ο αρχηγός και λέει:
- Έχω μια κολοκυθιά που κάνει 3 (π.χ.) κολοκύθια!
Μόλις αναφέρει αυτόν τον αριθμό, εκείνος που έχει το 3, πρέπει αμέσως να σηκωθεί και να πει:
- Και γιατί να κάνει τρία;
- Και πόσα θέλεις να κάνει; Ρωτάει ο αρχηγός.
- Να κάνει (π.χ.) πέντε.
Μόλις ακούσει τον αριθμό του εκείνος που έχει το πέντε, πρέπει αμέσως να σηκωθεί και να πει: «Και γιατί να κάνει  πέντε;» και το παιχνίδι συνεχίζεται μ’ αυτόν τον τρόπο.
Αν κανείς ακούσει τον αριθμό του και δεν σηκωθεί ή σηκωθεί ακούγοντας τον αριθμό που έχει άλλος ή πει ανύπαρκτο αριθμό (π.χ. το 12 αν είναι 10 τα παιδιά), τότε χάνει και πρέπει να δώσει ενέχυρο. Αυτό το ενέχυρο πρέπει να είναι κάτι το ατομικό του, π.χ. το μαντήλι του, το βραχιόλι του…  Όλα αυτά ο αρχηγός τα βάζει κατά μέρος και τα σκεπάζει μ’ ένα μαντίλι ή μ’ ένα κομμάτι ύφασμα. Όταν τελειώσει το παιχνίδι, ο αρχηγός βάζει το χέρι του κάτω απ’ το μαντίλι, τραβάει ένα-ένα τα ενέχυρα και φωνάζει:
- Κι αυτός εδώ, τι πρέπει να κάνει;
Οι άλλοι, όλοι μαζί, φωνάζουν.
- Να λαλήσει σαν πετεινός ή να γκαρίξει σαν γαϊδούρι ή να περπατήσει με τα τέσσερα, ή ό,τι άλλο σοφιστούν.
Την τιμωρία αυτή, πρέπει ο τιμωρημένος να τη δεχτεί με κέφι και να κάνει τους άλλους να γελάσουν.
Σε μια παραλλαγή, ο αρχηγός δεν περιμένει να τελειώσει το παιχνίδι για να επιβάλλει τις τιμωρίες, αλλά μόλις κάνει κάποιος ένα λάθος, τον βάζουν αμέσως να εκτελέσει την τιμωρία του.
Σε μια άλλη παραλλαγή απ’ την Ήπειρο, στη μέση του κύκλου στήνουν μια βαριά πέτρα και όποιος κάνει λάθος, σηκώνεται αμέσως, σηκώνει την πέτρα και τη βαστάει στους ώμους του ως το τέλος του παιχνιδιού, εκτός αν λαθευτεί κανένας άλλος και τότε πηγαίνει εκείνος και παίρνει την πέτρα κι ο πρώτος ξαναγυρίζει στη θέση του.



ΤΟ ΚΟΥΤΣΟ

Παίζεται από 2 ή περισσότερα παιδιά ή από 2 ομάδες παιδιών, όταν τα παιδιά είναι από 4 και πάνω. Κάθε παιδί διαλέγει την πέτρα του, που πρέπει να είναι πλακέ και ελαφριά.
Χαράζουν στο χώμα ή ζωγραφίζουν στο πεζοδρόμιο ή στην αυλή με κιμωλία το σχήμα του κουτσού και αριθμούν τα τετράγωνα. Η επάνω διάμετρος πρέπει να έχει τόσο πλάτος, ώστε να μπορεί να σταθεί ένα παιδί με τεντωμένα τα δυο του πόδια, δηλ. περίπου 80 πόντους. Ανάλογα πρέπει να είναι τα υπόλοιπα τετράγωνα. Ορίζουν ένα σημάδι και κάθε παιδί ρίχνει την πέτρα του στο σημάδι. Όποιου η πέτρα πάει μακρύτερα, εκείνο θα παίξει πρώτο. Ύστερα αρχίζει το παιχνίδι κι όποιο παιδί παίξει πρώτο, πετάει την πέτρα του στο πρώτο τετράγωνο, από μια απόσταση ως 3 βήματα περίπου. Αν τυχόν η πέτρα πέσει είτε έξω από το τετράγωνο είτε πάνω στη γραμμή, τότε το παιδί χάνει τη σειρά του και πρέπει να περιμένει να παίξουν όλοι οι άλλοι για να ξαναρίξει. Αν πέσει μέσα στο τετράγωνο, τότε πηδάει κι αυτό μέσα, πατώντας μόνο στο δεξί πόδι και μ’ αυτό σπρώχνει την πέτρα στο επόμενο τετράγωνο. Όταν φτάσει στο τρίτο, τότε κάνει το λεγόμενο γεφυράκι, δηλ. σπρώχνει την πέτρα πάνω στη γραμμή, που είναι ανάμεσα στα 2 τετράγωνα του (4) και πατάει με τα 2 πόδια. Κατόπιν στηρίζεται πάλι στο δεξί πόδι και σπρώχνει την πέτρα στο πέμπτο τετράγωνο κι από κει στο κεντρικό τετράγωνο του (6), οπότε κάνει πάλι το γεφυράκι, έχοντας την πέτρα στο μεσιανό τετράγωνο και πατώντας με τα 2 πόδια του στα δυο ακριανά. Αμέσως μετά κάνει μεταβολή πηδώντας και τότε έχει το δικαίωμα είτε να κάνει πάλι το γεφυράκι και να σπρώξει την πέτρα με το κουτσό στο πέμπτο τετράγωνο είτε να σκύψει και να την πιάσει με το χέρι και να την πετάξει στο πέμπτο τετράγωνο. Συνεχίζει ύστερα το κουτσό και γυρίζει πίσω βγάζοντας την πέτρα έξω. Έρχεται κατόπιν η σειρά από τα άλλα παιδιά να κάνουν τον πρώτο γύρο.
Ο δεύτερος γύρος λέγεται Τουβλάκι, γιατί όλη η διαδρομή γίνεται τοποθετώντας ένα σπασμένο τουβλάκι στη ράχη του ποδιού και πηδώντας ελαφρά από ένα τετράγωνο στο άλλο, έτσι ώστε να μην πέσει το τουβλάκι κάτω.
Ο τρίτος γύρος λέγεται Πλάτη. Σ’ αυτόν ο παίκτης τοποθετεί την πέτρα του επάνω στην πλάτη του και πηδάει από το ένα τετράγωνο στο άλλο κουτσός πάντα και σκύβοντας για να μην πέσει η πέτρα του χάμω.
Ο τέταρτος γύρος είναι το Χεράκι. Σ’ αυτόν η πέτρα τοποθετείται πάνω στη ράχη του αριστερού χεριού και ο παίκτης πρέπει να κάνει όλη τη διαδρομή πηδηχτά, προσέχοντας να μην του πέσει η πέτρα. Στην επιστροφή, καθώς θα κάνει τη μεταβολή πηδηχτά στο έκτο τετράγωνο, πετάει και την πέτρα ψηλά, γυρίζοντας το χέρι του και κατά την επιστροφή την κρατάει πια στην τεντωμένη παλάμη του.
Ο πέμπτος και τελευταίος γύρος είναι το Τυφλό. Ο παίκτης τοποθετεί την πέτρα πάνω στο κούτελό του και γέρνει το κεφάλι του κατά πίσω, προσέχοντας να μην πέσει η πέτρα. Έτσι κάνει όλη τη διαδρομή, χωρίς να βλέπει που πατάει και προσέχοντας να μην πατήσει στη γραμμή ή να μη βγει έξω από τα τετράγωνα, αλλιώς καίγεται και ξαναρχίζει.
Όταν τα παιδιά παίζουν ομαδικά, νικάει εκείνη η ομάδα που οι παίκτες της έχουν καεί τις λιγότερες φορές.



ΑΜΠΑΡΙΖΑ
Παραδοσιακά είναι ένα παιχνίδι, κυρίως γι’ αγόρια 12-15 ετών, αλλά μπορούν να το παίξουν και κορίτσια. Έχει πολύ αυστηρούς κανόνες, που οι παίκτες πρέπει να τους κρατούν με κάθε τρόπο.
Τα παιδιά, 8 ως 14 τον αριθμό, χωρίζονται σε 2 ομάδες και κάθε ομάδα έχει τη μάνα της. Κάθε ομάδα διαλέγει την περιοχή της, σε 100 με 150 βήματα απόσταση από την άλλη και στο κέντρο είναι η αμπάριζα ή η Μανή, κατά την ποντιακή παραλλαγή, που αποτελείται από ένα σωρό, καμωμένο με τα πανωφόρια των παιδιών ή τα σακάκια τους ή ένα δέντρο, αν υπάρχει σ’ αυτόν το χώρο. Γύρω απ’ την αμπάριζα, κάθε ομάδα χαράζει έναν κύκλο, με περιφέρεια 3 ως 4 μέτρων και εκεί θα φυλάγονται τα σκλαβάκια. Εμπρός από τον κύκλο αυτό, σε μια απόσταση 5 βημάτων, κάθε ομάδα χαράζει μια ίσια γραμμή, που δείχνει τα σύνορα της περιοχής της.
Την αρχή του παιχνιδιού την κάνει ένας, ο πιο σερπετός από τους παίκτες της ομάδας Α, που προχωρεί προς τη γραμμή κι αρχίζει να κοροϊδεύει και να ειρωνεύεται τους αντιπάλους του. Τότε ο αρχηγός, η μάνα της αντίθετης ομάδας δίνει την εντολή σ’ έναν απ’ τους δικούς της, να τον κυνηγήσει και να πιάσει τον αιχμάλωτο. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να κυνηγήσει και να πιάσει τον αντίπαλο του, παρά μονάχα έξω από την περιοχή του και μονάχα αν έχει βγει ύστερα απ’ αυτόν. Αν ο αντίπαλος της ομάδας Α γυρίσει πίσω στην περιοχή του χωρίς να πιαστεί, τότε αυτός που τον κυνηγάει, δεν έχει δικαίωμα να μείνει στην ελεύθερη περιοχή, αλλά πρέπει να γυρίσει ξανά στο στρατόπεδό του και να πάρει «φωτιά» ή να πιάσει «αμπάριζα». Φωνάζει τότε: «Παίρνω αμπάριζα και βγαίνω» και τότε χτυπάει την αμπάριζα και βγαίνει πάλι έξω. Εντωμεταξύ κι άλλοι παίκτες της ομάδας Α και της Β έχουν βγει και κυνηγιούνται. Αν κανείς φτάσει τον αντίπαλό του και τον αγγίξει, έστω και με τα δάχτυλα, και φωνάξει: «Σ’ έπιασα», τότε αυτός θεωρείται αιχμάλωτος και οδηγείται με θριαμβευτικές κραυγές στο στρατόπεδο των αιχμαλώτων του αντιπάλου, δηλ. στον κύκλο που είναι χαραγμένος γύρω από την αμπάριζα, και δεν επιτρέπεται να φύγει μόνος του. Ωστόσο αν κάποιος από τη δική του ομάδα καταφέρει να χωθεί μέσα στο εχθρικό στρατόπεδο και χτυπήσει έναν από τους αιχμαλώτους, τον ελευθερώνει. Δε μπορεί όμως να ελευθερώσει παρά μονάχα ένα σε κάθε έξοδό του. Αν κανείς από τους παίκτες είτε κατά λάθος είτε για να γλιτώσει έναν από τους δικούς του, βγει από την περιοχή του παιχνιδιού, που σχηματίζει γύρω γύρω ένα τετράγωνο, τότε θεωρείται λιποτάκτης και οδηγείται στο στρατόπεδο αιχμαλώτων του αντιπάλου.
Οι αρχηγοί των ομάδων δεν παίρνουν μέρος στο παιχνίδι, γιατί αν τυχόν συλληφθεί ένας αρχηγός, τότε χάνει ολόκληρη η ομάδα του το παιχνίδι. Αντίθετα, αν ο αρχηγός της αντίπαλης ομάδας καταφέρει να εισχωρήσει στην περιοχή του εχθρού και χτυπήσει την αμπάριζα, τότε κερδίζει ολόκληρη η ομάδα. Φωνάζει, τότε, «Έπιασα την αμπάριζα» και το παιχνίδι θεωρείται τελειωμένο. Κανονικά το παιχνίδι συνεχίζεται έως ότου η μια ομάδα χάσει τόσους παίκτες, ώστε να μη μπορεί πια να συνεχίσει. Οι νικητές, τότε, κάθονται καβαλικευτά στη ράχη των νικημένων και κάνουν έτσι τη βόλτα όλης της περιοχής, περιγελώντας τους αντιπάλους.

Τάκα – Τάκα : Τι παιχνίδι και αυτό!

Δυό μεγάλες κοκκάλινες μπάλες, σε διάφορους χρωματισμούς,  η κάθε μια κρεμόταμε με λεπτό γερό σκοινάκια, από ένα σιδερένιο κρίκο, που μπορούσε ο καθένας να το προσαρμόσει στο δάκτυλό τους. Συνήθως στο μεσαίο. Η επιτυχία ήταν να χτυπάς τις μπάλες όσο χρόνο περισσότερο μπορούσες, κουνώντας το χέρι πάνω κάτω. Ο θόρυβος που έκανε ήταν τόσο εκνευριστικός που γρήγορα κατατάχτηκε στα απαγορευμένα παιχνίδια. Πολλές φορές, οι μπάλες ξέφευγαν και χτυπούσαν τον παίχτη καθιστώντας  έτσι ακόμα πιο επικίνδυνο.

Διαβάστε περισσότερα »"ΓΛΥΚΙΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΠΑΙΧΝΙΔΙΩΝ (ΠΕΝΤΟΒΟΛΑ, ΤΣΕΡΚΙ, ΚΟΥΤΣΟ, ΞΥΛΙΝΗ ΣΦΕΝΤΟΝΑ, ΣΒΟΥΡΑ κλπ)"

Κοίμηση της Θεοτόκου :Πως γιορτάζουν οι πιστοί σ' όλη την Ελλάδα


Σε κάθε γωνιά της Ελλάδας οι πιστοί προστρέχουν στη δίκη τους Παναγία
Η Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες γιορτές της χριστιανοσύνης. Η προετοιμασία...
των πιστών αρχίζει από την 1η Αυγούστου με τη νηστεία που διαρκεί έως τον Δεκαπενταύγουστο, αποτελώντας για τους Ορθόδοξους χριστιανούς το «Πάσχα του καλοκαιριού».

Στις 15 Αυγούστου χιλιάδες πιστών με την ψυχή γεμάτη ελπίδα και κατάνυξη, προστρέχουν στα αμέτρητα προσκυνήματα, όπου λιτανεύονται οι θαυματουργές εικόνες της Παναγίας για να μαρτυρήσουν τη πίστη τους στο πρόσωπό της.

Η Παναγία, το ιερότερο από τα πρόσωπα της Ορθοδοξίας, δοξάζεται σε κάθε γωνιά της Ελλάδας. Η λατρεία που έχουν οι πιστοί στη «μητέρα» του Θεού και των ανθρώπων αποδεικνύεται από τα πολλά ονόματα: Μεγαλόχαρη, Εκατονταπυλιανή, Φανερωμένη, Κοσμοσωτήρα, Χοζοβιώτισσα, Εικοσιφοίνισσα, Βρεφοκρατούσα, Ελεούσα, Θαλασσινή, Γιάτρισσα, Μυρτιδιώτισσα και πολλά ακόμη.
Και μπορεί το επίκεντρο των εκδηλώσεων να είναι η Παναγία της Τήνου και τη Παναγία Σουμελά, όμως, σε κάθε γωνιά της χώρας υπάρχει και μια ξεχωριστή Παναγιά. Ιδού ένα μικρό οδοιπορικό:
Η Παναγία της Τήνου
Η εικόνα της Παναγίας της Τήνου βρέθηκε στις 30 Ιανουαρίου του 1823, έπειτα από πολλές προσπάθειες και «με την υπόδειξη της Παναγίας στη μοναχή Πελαγία», στην ιστορική Μονή της «Κυράς των Αγγέλων», στο Κεχροβούνι.
Με Βασιλικό Διάταγμα του 1836, καθιερώθηκε ο εορτασμός της Παναγίας στην Τήνο να είναι οκταήμερος και να διαρκεί έως τα «εννιάμερα της Θεοτόκου», στις 23 Αυγούστου, όπου μέσα σε ατμόσφαιρα συγκίνησης, κατάνυξης και σεβασμού, ψάλλονται ύμνοι και εγκώμια, μπροστά στον επιτάφιο και την εικόνα.
Ο δρόμος που οδηγεί από το λιμάνι στο ναό του Ευαγγελισμού, όπου βρέθηκε η εικόνα, είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της άρρηκτης σχέσης του ελληνισμού με την Ορθοδοξία.
Στην Τήνο παράλληλα με την εορτασμό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, οι Έλληνες τιμούν κι αυτούς που χάθηκαν, όταν οι Ιταλοί τορπίλισαν και βούλιαξαν την «Έλλη» μέσα στο λιμάνι του νησιού ανήμερα της Παναγιάς.
Παναγία Σουμελά
Η Παναγία Σουμελά αποτελεί το σύμβολο της ποντιακής πίστης, αν και η πρώτη ονομασία της θαυματουργής εικόνας ήταν Αθηνιώτισσα.
Την εικόνα της Παναγίας Σουμελά αγιογράφησε ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Μετά τον θάνατό του τη μετέφερε στην Αθήνα ο μαθητής του Ανανίας και τοποθετήθηκε σε περικαλλή ναό της Θεοτόκου. Έτσι αρχικά ονομάστηκε ως Παναγία η Αθηνιώτισσα.
Στο τέλος του 4ου αιώνα (380-386 μΧ), σύμφωνα με την παράδοση, η Παναγία η Αθηνιώτισσα εμφανίστηκε ως όραμα στους μοναχούς Σωφρόνιο και Βαρνάβα, στη Αθήνα, και τους κάλεσε στην εκκλησία.
Εκεί είδαν την εικόνα να σηκώνεται από το προσκυνητάρι, να βγαίνει από το παράθυρο και να πετάει προς τα ουράνια. Συγχρόνως, άκουσαν την Θεοτόκο να λέει: «Πηγαίνω στην Ανατολή. Προπορεύομαι στο όρος Μελά. Ακολουθήστε με...».
Οι μοναχοί την ακολούθησαν και στο όρος Μελά, στον Πόντο, όπου στάθηκε, κτίστηκε μεγάλος Ναός και Μονή. Έτσι η εικόνα πήρε την ονομασία Σουμελά από τη φράση «στου Μελά».
Το 1922, μετά την Μικρασιατική καταστροφή, μοναχοί έθαψαν την εικόνα, μαζί με άλλα κειμήλια.
Με την ανταλλαγή, τα ιερά κειμήλια παραχωρήθηκαν και το 1931 τα ξέθαψε και τα έφερε στην Ελλάδα, ο Αμβρόσιος ο Σουμελιώτης. Η εικόνα επανήλθε στην Αθήνα και παρέμεινε στο Μουσείο έως το 1951. Τότε, το Σωματείο «Παναγία Σουμελά» Θεσσαλονίκης πρότεινε το κτίσιμο ναού στις πλαγιές του Βερμίου, στην Καστανιά Βέροιας.
Η Παναγία στο Μικρόκαστρο Κοζάνης
Ιδιαίτερος είναι ο εορτασμός του Δεκαπενταύγουστου στο ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας στο Μικρόκαστρο, του δήμου Βοΐου.
Κάθε χρόνο χιλιάδες πιστοί προσκυνούν την εικόνα της Παναγίας, που χρονολογείται από το 1603, ενώ εντύπωση προκαλεί η αναβίωση του εθίμου των προσκυνητών καβαλάρηδων από τη Σιάτιστα.
Το έθιμο των καβαλάρηδων προσκυνητών έρχεται από την τουρκοκρατία, όταν αποτελούσε ευκαιρία για τους σκλαβωμένους να δείξουν τη λεβεντιά και τον πόθο τους για λευτεριά.
Παναγία της Εκατονταπυλιανής
Ο ναός της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής βρίσκεται στην Παροικιά, της Πάρου. Για το ναό υπάρχουν δύο ονομασίες: «Καταπολιανή» και «Εκατονταπυλιανή».
Σύμφωνα με την παράδοση, η Κατοπολιανή έχει ενενήντα εννέα φανερές πόρτες, ενώ η εκατοστή είναι κλειστή και δεν φαίνεται. Η πόρτα αυτή θα φανεί και θα ανοίξει, όταν οι Έλληνες πάρουν την Πόλη.
Πολλές παραδόσεις αναφέρονται στην ίδρυση της Εκατονταπυλιανής. Η πρώτη πληροφορεί ότι, όταν η Αγία Ελένη μητέρα πήγαινε στην Παλαιστίνη για να βρει τον Τίμιο Σταυρό, έφτασε στην Πάρο και προσευχήθηκε σε ένα μικρό ναό που βρίσκονταν στη θέση της Εκατονταπυλιανής.
Κατά την προσευχή της έκανε τάμα ότι αν βρει τον Τίμιο Σταυρό, θα χτίσει στη θέση αυτή έναν μεγάλο ναό.
Η προσευχή της εισακούστηκε. Βρήκε τον Τίμιο Σταυρό και, πραγματοποιώντας το τάμα της, ανήγειρε τον μεγαλόπρεπο ναό της Εκατονταπυλιανής.
Μία δεύτερη παράδοση αναφέρει ότι το τάμα της Αγίας Ελένης ολοκλήρωσε ο γιος της Άγιος Κωνσταντίνος, αυτοκράτορας του Βυζαντίου, καθώς η ίδια δεν πρόλαβε.
Η Χοζοβιώτισσα της Αμοργού
Στην Αμοργό, πάνω σε έναν γκρεμό 300 μέτρων δεσπόζει το ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας Χοζοβιώτισσας που τιμάται στις 15 Αυγούστου.
Κτίστηκε το 1088 μ.Χ. από το βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο Α' Κομνηνό σύμφωνα με επιγραφή της Ι. Μονής.
Για τον τρόπο άφιξης της εικόνας στην Αμοργό υπάρχουν δύο παραδόσεις: Η πρώτη λεει ότι η εικόνα βρέθηκε μέσα σε μια βάρκα εκεί ακριβώς που είναι κτισμένο το σημερινό μοναστήρι. Λέγεται ότι την εικόνα τοποθέτησε μια ευσεβής κυρία μέσα σε βάρκα από την πόλη Χόζοβα της Παλαιστίνης και την άφησε να ταξιδέψει μόνη της στην θάλασσα, για να γλιτώσει από τα χέρια των εικονομάχων.
Η δεύτερη εκδοχή λέει ότι τη θαυματουργική εικόνα έφεραν στην Αμοργό μοναχοί από το μοναστήρι του Χοτζεβά της Παλαιστίνης, που βρίσκεται κοντά στην Ιεριχώ, οι οποίοι έφυγαν λόγω των διωγμών από τους εικονομάχους.
Περνώντας από την Κύπρο οι μοναχοί έπεσαν πάνω σε ληστές που βεβήλωσαν, έσχισαν στα δύο και έριξαν στη θάλασσα την εικόνα. Τα δύο τεμάχια ήρθαν με θαυματουργικό τρόπο κάτω από το βράχο της Αμοργού κι ενώθηκαν μόνα τους χωρίς να διακρίνεται τίποτε.
Αλλοι λένε ότι συγκολλήθηκαν από τους μοναχούς που συνέχισαν το ταξίδι τους, έφτασαν στην Αμοργό και έκτισαν το μοναστήρι στον τόπο που τους υπέδειξε η Παναγία. Μάρτυρας για τον τόπο αυτό ήταν η σμίλη, που για αιώνες βρισκόταν σφηνωμένη στο βράχο και έπεσε το 1952. 

Η «Οφιούσα» της Κεφαλονιάς
Στη νότια Κεφαλονιά, κοντά στο χωριό Μαρκόπουλο, βρίσκεται ο ναός της Κοιμήσεως. Εκεί από τη γιορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρα (6 Αυγούστου) εμφανίζονται μέσα και έξω από τον ναό μικρά φίδια. Είναι τα λεγόμενα «φίδια της Παναγίας».
Στη θέση αυτή, λέει η παράδοση, υπήρχε ένα παλιό μοναστήρι της Παναγιάς, μεγάλο και πλούσιο. Όταν το μοναστήρι δέχτηκε επίθεση από πειρατές οι καλόγριες για να μην πέσουν στα χέρια τους παρακάλεσαν την Παναγία να τις κάνει πουλιά, ή φίδια.
Έτσι, σαν φίδια, ιερά πλέον, γυρίζουν κάθε χρόνο στις αρχές του Αυγούστου και όσο περνούν οι μέρες πληθαίνουν. Την παραμονή της Κοιμήσεως «πλημμυρίζουν» τον ναό.
Σύμφωνα με την παράδοση αν κάποια χρονιά τα φίδια δεν παρουσιασθούν, είναι κακό σημάδι. Αυτό συνέβη το 1940 και το 1953, όταν το νησί δοκιμάστηκε από τους σεισμούς.
Παναγία Αγιασώτισσα
Στην ενδοχώρα της Λέσβου, στην Αγιάσο, ο Δεκαπενταύγουστος αποτελεί μία ξεχωριστή εμπειρία για όλους. Η ομώνυμη εικόνα είναι έργο του ευαγγελιστή Λουκά, πλασμένη με κερί και μαστίχα.
Πολλοί από τους προσκυνητές, με αφετηρία την πόλη της Μυτιλήνης, περπατούν 25 χιλιόμετρα για να φθάσουν στον αυλόγυρο της εκκλησίας, όπου διανυκτερεύουν. Την ημέρα της γιορτής της Παναγίας, ύστερα από τη Λειτουργία, γίνεται η περιφορά της εικόνας γύρω από το ναό, ενώ οι εορταστικές εκδηλώσεις φθάνουν στο αποκορύφωμά τους με τις μουσικές και χορευτικές εκδηλώσεις στην πλατεία του χωριού.
Η Παναγία της Ολύμπου στην Κάρπαθο
Διαφορετικός είναι ο εορτασμός στην Όλυμπο της Καρπάθου. Οι Λειτουργίες είναι βαθιά συνδεδεμένες με το πένθος που χαρακτηρίζει τη μέρα του Δεκαπενταύγουστου και το αποκορύφωμα του παραδοσιακού εορτασμού είναι ο χορός που γίνεται στη μικρή πλατεία, μπρος στην εκκλησιά της Παναγίας, με τους οργανοπαίκτες να παίζουν τον Κάτω Χορό.
Ο χορός αργός και πάντα με σταθερό βήμα και κατανυκτική διάθεση, κρατά για ώρες.
Ο επιτάφιος της Παναγίας στην Πάτμο
Στο νησί της Αποκάλυψης, την Πάτμο, οι μοναχοί τηρούν το έθιμο του επιταφίου της Παναγίας, έθιμο με βυζαντινές καταβολές. Ο χρυσοποίκιλτος επιτάφιος της Παναγίας περιφέρεται στα σοκάκια του νησιού σε μεγαλοπρεπή πομπή, ενώ οι καμπάνες του μοναστηριού και των άλλων εκκλησιών ηχούν ασταμάτητα.
Κουφονήσια - Με τα καΐκια στην Παναγιά
Τον Δεκαπενταύγουστο γιορτάζει η Παναγία στο Κάτω Κουφονήσι. Μετά τη λειτουργία προσφέρεται φαγητό από τους κατοίκους και κατόπιν εκείνοι μεταφέρονται με τα καΐκια τα οποία κάνουν αγώνες για το ποιος θα περάσει τον άλλο στο Πάνω Κουφονήσι.
Άνδρος - Παναγία Φανερωμένη
Το Κάστρο Φανερωμένης είναι από τα πιο χαρακτηριστικά σημεία στην περιοχή του Κορθίου, σε ύψωμα κοντά στο χωριό Κοχυλού. Το Δεκαπενταύγουστο γίνεται εδώ μεγάλο πανηγύρι στην Παναγία τη Φανερωμένη, που βρίσκεται μέσα στο Κάστρο.
Διαβάστε περισσότερα »"Κοίμηση της Θεοτόκου :Πως γιορτάζουν οι πιστοί σ' όλη την Ελλάδα"