«Εστησ’ ο Ερωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη
κι η φύσις ηύρε την καλή και τη γλυκειά της ώρα…»
Ερωτα, φύση, φως, ζωή, τραγουδάει ο Σολωμός στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους», μέσα στο σκοτάδι της σκλαβιάς, την ελπίδα της ελευθερίας και της ανάστασης.Αυτά που συνθέτουν τη μεγαλύτερη γιορτή των Ελλήνων: Το Πάσχα, τη Λαμπρή, το θρίαμβο του φωτός, το θαύμα της γονιμότητας, το θάμπος των χρωμάτων, όπου όλα λαμπροφορούνε.«Κάθε Λαμπρή και Πασχαλιά που ο θάνατος πεθαίνει…»
Γιορτή θριαμβική της ζωής πάνω απ’ όλα, της ορθοδοξίας κυρίως, και σχεδόν καθαρά ελληνική, που, ίσως χάρη σ’ αυτές τις ιδιαιτερότητες, διατηρεί ως σήμερα ένα χαρακτήρα πιο γνήσιο από τις εορτές των Χριστουγέννων, που έχουν μεταλλαχτεί σε σύμπτωμα καταναλωτικής σχιζοφρένειας.
Το Πάσχα είναι μια πρόκληση στο θάνατο. Καθώς ο χειμώνας τελειώνει, μαζί με τη Μεγάλη Σαρακοστή, η φύση ξαναγεννιέται, ο Λάζαρος ανασταίνεται. Ανάμεσα στις κίτρινες μαργαρίτες, στις κόκκινες παπαρούνες του πάθους, στις μαβιές πασχαλιές, μέσα στις ευωδιές των σπαρτών και των σπάρτων, ο Χριστός ξαναφέρνει στη ζωή τον αγαπημένο του φίλο. Αυτή είναι η πρώτη Ανάσταση, η ανθρώπινη, προάγγελος της μεγάλης, της θεϊκής.
Σαν ηχώ από τα ομηρικά τραγούδια, όπου ο νεκρός Αχιλλέας θρηνεί για το φως και τη ζωή που στερήθηκε, τα κάλαντα του Λαζάρου μεταφέρουν τις ίδιες θλιβερές εικόνες του Κάτω Κόσμου και το προαιώνιο και τρομερό ερώτημα.
– Πες μας, Λάζαρε, τι είδες
κει στον Αδη που επήγες;
– Είδα φόβους, είδα τρόμους
είδα βάσανα και πόνους.
Πανηγύρι νεκρολατρευτικό, το Σάββατο του Λαζάρου, περιλαμβάνει κάλαντα και παινέματα. Το πρωί του Σαββάτου, παιδιά τραγουδάνε το Λάζαρο, από σπίτι σε σπίτι, κρατώντας ένα ομοίωμα του Λαζάρου, δηλαδή ψωμάκι σπαργανωμένο -Λαζαρούδι – ή κούκλα, ή ακόμα και συνοδεύοντας ένα αγόρι ανθοσκέπαστο που, μόλις μπει σε ένα σπίτι πέφτει κάτω σαν πεθαμένο και σηκώνεται μόνο όταν του πούνε «Λάζαρε, δεύρο έξω!» ή άλλες ανάλογες προτροπές.
Ξύπνα, Λάζαρε, να κινήσουμε
να κινήσουμε να πααίνουμε
να πααίνουμε στα εννιά χωριά
στα εννιά χωριά στα δέκα βιλαέτια
(Τρίκαλα)
Τα παιδιά που τραγουδάνε τα κάλαντα του Λαζάρου κρατάνε πάντα και ένα καλαθάκι στολισμένο με λουλούδια, γιατί σκοπός τους είναι να μαζέψουν αυγά.
Δώστε μας αυγά,
αυγά να σας τα πούμε
Η Κυριακή των Βαΐων είναι μια χαρμόσυνη ημέρα λίγο πριν από το πένθος της Μεγάλης Εβδομάδας.
Βάγια βάγια των Βαγιώ
τρώνε ψάρι και κολιό
και την άλλη Κυριακή
τρώνε το ψητό τ’ αρνί.
Στις εκκλησιές μοιράζουνε βάγια – δάφνη, ελιά, μυρτιά σε φύλλα φοινικιάς πλεγμένα σαν καλαθάκια, σ’ ανάμνηση της εισόδου του Χριστού στα Ιεροσόλυμα.
Ενώ ο Χριστός έμπαινε στην πόλη καβάλα σ’ ένα γαϊδουράκι, ο λαός (που μετά από λίγο θα τον σταύρωνε), τον υποδεχόταν με κλαδιά και θριαμβευτικές ιαχές. Η λέξη «βάγια» προέρχεται από την κοπτική «βάι» που σήμαινε κλαδί. Είναι χαρακτηριστικό ότι συχνά η φοινικιά θεωρείται μη ελληνικό στοιχείο, ενώ είναι γνωστό ότι ο φοίνικας ήταν ιερό δέντρο για όλο τον αιγαιο-ελληνικό κόσμο.
Στη ρίζα μιας φοινικιάς, στη Δήλο, γέννησε η Λητώ τα δυο παιδιά της, τον Απόλλωνα και τηνΑρτεμη.
(Πάντως, στα πλαίσια του εξευρωπαϊσμού της Ελλάδας, τον 20ό αιώνα, ο βασιλιάς Γεώργιος ο Β’ έβαλε να κόψουν τους φοίνικες στην Αθήνα!..).
Η Μεγάλη Δευτέρα σημαίνει την αρχή της Εβδομάδας των Παθών, του πένθους αλλά και της προετοιμασίας για την Ανάσταση. Ο λαός έχει συνθέσει ένα συνοπτικό ημερολόγιο:
Μεγάλη Δευτέρα, ο Χριστός με τη μαχαίρα
Μεγάλη Τρίτη, ο Χριστός εκρίθη
Μεγάλη Τετάρτη, ο Χριστός εχάθη
Μεγάλη Πέμπτη, ο Χριστός ευρέθη
Μεγάλη Παρασκευή, ο Χριστός στο καρφί
Μεγάλο Σαββάτο, ο Χριστός στον τάφο
Κυριακή, Χριστός Ανέστη.
Ενα από τα πιο τυπικά γνωρίσματα της Πασχαλιάς είναι αναμφισβήτητα το αυγό. Τη Μεγάλη Πέμπτη οι νοικοκυρές βάφουν τα κόκκινα αυγά και συχνά βάφουν κι ένα ρουχαλάκι ή μια κορδέλα που τα κρατάνε για φυλαχτό. Βαμμένα αυγά παίρνουν μαζί τους όταν πηγαίνουν στην Ανάσταση για να τα τσουγκρίσουν μόλις ακουστεί το «Χριστός Ανέστη». Το τσούγκρισμα των αυγών είναι απαραίτητο στοιχείο της γιορτής, παιχνίδι αλλά και μαγικό: εμμέσως δείχνει τον πιο δυνατό!
Αλλά γιατί βάφουμε κόκκινα τ’ αυγά;
Σύμφωνα με ένα θρύλο, όταν αναστήθηκε ο Χριστός, το νέο διαδόθηκε παντού κι όλοι θαύμαζαν. Μια γυναίκα, όμως, το άκουσε και δεν το πίστεψε. «Θα το πιστέψω, μόνο αν τούτα τ’ αυγά που έχω στο καλάθι μου γίνουν κόκκινα!» είπε και ξαφνικά τα αυγά της από άσπρα έγιναν κόκκινα…
Στην Κέρκυρα διηγούνται κάτι άλλο.
Οταν αναστήθηκε ο Χριστός, πρώτα πρώτα το άκουσαν κάτι αυγά. Αμέσως άρχισαν την τρεχάλα να το διαδώσουν παντού. και από το πολύ το τρέξιμο έγιναν κατακόκκινα!
Το αυγό είναι στη λαϊκή και μυθολογική φαντασία το σύμβολο της ζωής.
Στη νύχτα του κόσμου ένα αυγό άνοιξε στα δύο και από μέσα του βγήκε ο κόσμος, διηγούνται οιΠέρσες. Στο έπος των Φινλανδών«Καλεβάλα», το αυγό που περιείχε τον κόσμο, έπεσε από τον ουρανό στην αγκαλιά της μάνας των νερών.
Αλλού, το κοσμικό αυγό γονιμοποιείται από τον ήλιο, και στην αρχαία Αίγυπτο, το αυγό, ως Λόγος Δημιουργός, ταξιδεύει στην προαιώνια θάλασσα. Στην Κίνα συνηθίζονταν οι προσφορές αυγών την Ανοιξη για γονιμότητα και αναγέννηση.στην πανάρχαια Ουρ της Μεσοποταμίας, προσφέρανε αυγά στους νεκρούς.
Στην ελληνική αρχαιότητα αποθέτανε αυγά στα χέρια ειδωλίων του Διονύσου ως σύμβολα αναγέννησης, ενώ αντίθετα στους Εβραίους, τα αυγά ήταν τροφή πένθους – τροφή που δεν είχε ολοκληρωθεί ως ζωή.
Στην ελληνική μυθολογία η Λήδα, από την ένωσή της με τον Δία, γέννησε ένα αυγό από όπου αναδύθηκαν οι Διόσκουροι. Στα λαϊκά παραμύθια, μέσα σε ένα αυγό, καλά φυλαγμένο, κρύβεται η ζωή ενός γίγαντα ή ήρωα κλπ.
Ενα άλλο τυπικό χαρακτηριστικό της Πασχαλιάς είναι η δημιουργία θορύβου. Μόλις ανακοινωθεί η Ανάσταση γίνεται «Ανάστα ο θεός». Αν και οι υπερβολές στις κροτίδες, στα βαρελότα και στα πυροτεχνήματα κάνουν σήμερα το έθιμο ενοχλητικό και συχνά επικίνδυνο, όμως η καταγωγή του είναι παμπάλαια και η σημασία του μαγική και ξορκιστική.
Ο θόρυβος αναπαριστά την ταραχή που επικράτησε στον Αδη όταν κατέβηκε εκεί ο Χριστός. Συνάμα, έχει σκοπό να τρομάξει τους δαίμονες του Κάτω Κόσμου και να τους κάνει να σκορπίσουν. Ομοια και οι αρχαίοι Ελληνες χτυπούσαν χάλκινα σκεύη, κουζινικά και πράγματα για να κάνουν φασαρία που θα μπορούσε να τρομάξει και να απομακρύνει τα δαιμόνια, τον κακό καιρό, τις αρρώστιες. Στην Κέρκυρα μάλιστα συνηθίζουν να ρίχνουν από τα παράθυρα στο δρόμο κανάτια, παίρνοντας ίσως κατά γράμμα το τροπάριο της Μεγάλης Παρασκευής («ίνα συντρίψω αυτούς ως σκεύη κεραμέως»).
Η αλήθεια είναι ότι μετά τα μοιρολόγια και τις ψαλμωδίες, τους χαμηλόφωνους θρήνους στη σιγαλιά της ανοιξιάτικης νύχτας, ο θόρυβος αποτελεί μια λυτρωτική εκτόνωση. Για το λαό μας που υπέφερε τετρακόσια χρόνια δουλεία, οι θριαμβευτικές εκπυρσοκροτήσεις ήταν όχι μόνο ξέσπασμα, αλλά και προάγγελος του ξεσηκωμού για την ελευθερία.
Και στο δυτικό κόσμο, η σιωπή συμβαδίζει με την ανάγκη για φασαρία. Από τη Μεγάλη Πέμπτη σιγούν οι καμπάνες – «χηρεύουν». Πηγαίνουν, λένε, στη Ρώμη και στο γυρισμό φέρνουν μαζί τους τ’ αυγά του Πάσχα!
Κορυφαία στιγμή των Παθών, η περιφοράτου Επιταφίου, συμφιλιώνει τους θνητούς με το θάνατο. Ανθοστολισμένος από τα κορίτσια, μοιρολογημένος από τις γυναίκες, εξαγνίζει τον τόπο απ’ όπου περνά. Μπροστά του, οι άνθρωποι με τα πένθιμα κεριά στο χέρι, οι τραγικές μανάδες με τόσους λεβέντες χαμένους στον πόλεμο, αναθυμούνται τους πεθαμένους τους που έχουν γίνει ανάμνηση και λουλούδια.
Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου τέκνον
πού έδυ σου το κάλλος;
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, πολλές γυναίκες κρατούσαν μαζί με το κερί κι ένα κεσεδάκι όπου είχαν φροντίσει να φυτέψουν σπόρους που βλασταίνουν και μαραίνονται το ίδιο γρήγορα: μακρινός απόηχος των «Κήπων του Αδωνη» στις τελετές της ύστερης αρχαιότητας προς τιμήν της ταφής και της ανάστασης του νεαρού Αδωνη.
Τέλος, το σκοτάδι πριν από το φως, και το «Δεύτε λάβετε φως εκ του ανεσπέρου φωτός» ως προετοιμασία της Ανάστασης. Η λατρεία του φωτός που χαρακτηρίζει την ελληνική Πασχαλιά, κι εκφράζεται με τα «αγιοταφίτικα» κεριά, τις λαμπάδες, τα φαναράκια, τη μεταφορά του στο σπίτι, το κάψιμο του Ιούδα (πανάρχαια καθαρτήρια τελετουργία για την εξουδετέρωση του δαίμονα του κακού), είναι η πεμπτουσία της Λαμπρής ως άρνησης του θανάτου και κατάφασης της ζωής.
Στη λαϊκή φαντασία, η φύση ολόκληρη συμπάσχει στο μαρτύριο του Χριστού.
Αν για τους αρχαίους, οι κόκκινες ανεμώνες γεννήθηκαν από το αίμα του πληγωμένου Αδωνη, για τους Νεοέλληνες, οι παπαρούνες βάφτηκαν κόκκινες από το αίμα του Εσταυρωμένου όταν τον λόγχισαν οι στρατιώτες.
Κι ένα ταπεινό ζουζούνι έγινε η παρηγοριά της Παναγιάς.
Οταν σταυρώσανε τον Χριστό και τον λογχίσανε και σιγουρεύτηκαν ότι είχε πεθάνει, οι Ρωμαίοι έδωσαν στην Παναγία την άδεια να τον κατεβάσει από το σταυρό. Η Παναγία με τους κρυφούς μαθητές του Χριστού πήγαν να αποκαθηλώσουν το σώμα του για να το πάνε στο μνήμα. Το σκοτάδι όμως ήταν τόσο μαύρο που δεν έβλεπαν… Τότε, ένα μικρό ζουζούνι πήρε στην ουρά του ένα καρβουνάκι και τους έφεγγε! Κι επειδή καιγόταν το καημένο, πήγαινε κάθε τόσο και βουτούσε την ουρά του στο νερό.
Ωστόσο, η φύση όχι μόνο συμπάσχει, αλλά και συμμετέχει στη χαρά. Χοροί της Λαμπρής στο ύπαιθρο, κούνιες, με τα αγόρια να κουνάνε τις κοπέλες μεταδίδοντας ολόγυρα την έξαψη και τηλάμψη του έρωτα, που γονιμοποιεί και ανασταίνει τη φύση, τσιμπούσια με ψητά αρνιά, παιχνίδια μετά την «Αγάπη», η γιορτή του Αϊ – Γιώργη του δρακοχαλαστή τη Δευτέρα της Διακαινησίμου, η γιορτή των Ανέμων την Πέμπτη, η Παρασκευή με τη γιορτή της Ζωοδόχου Πηγής, του νερού της ζωής που εξαγνίζει κάθε κακό, καλούν τους ανθρώπους να ανοίξουν «αγκαλιές ειρηνοφόρες», να φιληθούν «γλυκά χείλη με χείλη», γιατί
«Γλυκειά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα».
Συγγραφέας, κριτικός, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Σορβόνης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
τα σχόλιά σας